Σήμερα θα γίνουν από τον Εντι Ράμα τα αποκαλυπτήρια προτομής του Κων. Μητσοτάκη στην πλατεία της Δερβιτσάνης. «Ηταν μια αξέχαστη επίσκεψη» – Το παρασκήνιο του ταξιδιού του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην Αλβανία το 1991
Στη σκιά των εξελίξεων της υπόθεσης Μπελέρη, είναι να γίνουν, σήμερα, από τον πρωθυπουργό Εντι Ράμα, τα αποκαλυπτήρια προτομής του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην πλατεία της Δερβιτσάνης, η οποία εφ’ εξής θα φέρει το όνομα του πρώτου Ελληνα πρωθυπουργού που επισκέφθηκε την Αλβανία μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα.
Η τελετή θα πραγματοποιηθεί απουσία της ηγεσίας της ελληνικής μειονότητας και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, που θα εκπροσωπηθεί από τον βουλευτή και πρώην ΥΠΕΞ Δημήτρη Αβραμόπουλο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί στον Εντι Ραμα κατά την επίσκεψή τους, τον Δεκέμβριο του 2022, στο μειονοτικό χωριό της Δερβιτσάνης, ότι θα είναι παρών στην τελετή ονοματοδοσίας. Ομως με τη δίκη του προφυλακισμένου δημάρχου Χειμάρρας να έχει ξεκινήσει στα Τίρανα και την Αθήνα –όπως και η αλβανική αντιπολίτευση– να θεωρεί την όλη δίωξη στημένη, η παρουσία του πρωθυπουργού θα εκλαμβανόταν περίπου ως άφεση αμαρτιών στον Ράμα. Ετσι, για να σωθούν και τα προσχήματα στις συννεφιασμένες διμερείς σχέσεις, επελέγη να παραστεί ο κ. Δημήτρης Αβραμόπουλος.
Εστω και «μπρούντζινος», ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, κορυφαίος πρωταγωνιστής στις ελληνοαλβανικές σχέσεις στη μετά Χότζα εποχή, επιστρέφει, τριάντα δύο χρόνια μετά, στην πλατεία της Δερβιτσάνης, όπου στις 13 Ιανουαρίου 1991, πάρα το κλίμα τρομοκρατίας ενός καθεστώτος που ψυχορραγούσε, αποθεώθηκε από χιλιάδες Ελληνες, που είχαν καταφθάσει από τα μειονοτικά χωριά του αλβανικού Νότου.
Ηταν μια ιστορική, αλλά και επεισοδιακή επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στην Αλβανία, η οποία εξελίχθηκε σε δύο φάσεις, στα Τίρανα και στη Δερβιτσάνη. Στα Τίρανα, στη συνάντησή του με τον τότε πρόεδρο και διάδοχο του Χότζα, Ραμίζ Αλία, ο Αλβανός ηγέτης τορπίλισε το καλό κλίμα εγείροντας ζήτημα Τσάμηδων, γεγονός που εκνεύρισε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο οποίος του απάντησε σε υψηλούς τόνους και λίγο έλειψε να έρθουν στα χέρια.
Η κρυφή κάμερα
Η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία συνόδευε τον Μητσοτάκη μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά, θυμάται ότι ο Αλία επιχείρησε κάποια στιγμή να υψώσει την φωνή επικαλούμενος την ιδιότητα του παρτιζάνου. «Ο Μητσοτάκης τον άρπαξε τότε από το πέτο, τον τράβηξε προς το μέρος του και πρόσωπο με πρόσωπο τού είπε σε αυστηρό τόνο ότι αν αυτός ήταν παρτιζάνος, ο ίδιος είχε καταδικαστεί δέκα φορές σε θάνατο από τους Γερμανούς…». «Ηταν μια αξέχαστη επίσκεψη», αφηγείται η Ντόρα Μπακογιάννη. «Κατ’ αρχάς, όταν επιχειρήσαμε να προσγειωθούμε στα Τίρανα, ο πιλότος δεν μπορούσε να βρει τον διάδρομο προσγείωσης – το αεροδρόμιο ήταν ένα χωράφι. Οταν, επιτέλους, τον διέκρινε και το κατέβασε, υπήρξε ανακούφιση. Μέναμε σε ένα ξενοδοχείο, όπου πίσω από κάθε κάδρο ήταν τοποθετημένη μια κρυφή κάμερα. Πήγα και είπα στον Μητσοτάκη ότι έχει κρυφή κάμερα και στο μπάνιο, κι εκείνος, με την παροιμιώδη ψυχραιμία του, μου απάντησε: “Και λοιπόν;” βάλε πάνω σου μια πετσέτα και σκεπάσου, τι θα πάθεις δηλαδή;».
Κατά την παρουσία του στα Τίρανα, ο Μητσοτάκης δέχθηκε και μια αντιπροσωπεία φοιτητών που είχαν αρχίσει τότε να καταλαμβάνουν τις πανεπιστημιακές σχολές, ανάμεσά τους και ο σημερινός πρόεδρος του ΚΕΑΔ, Βαγγέλης Ντούλες. «Εμείς ψάχναμε επαφή με την πατρίδα, δεν είχαν φτιαχτεί ακόμη ομογενειακές οργανώσεις, του ζητήσαμε να στηρίξει τις μεταρρυθμίσεις που είχαν ξεκινήσει δειλά δειλά», σημειώνει.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με το πέρας των συναντήσεων κατευθύνθηκε οδικώς προς τον Νότο, με σκοπό να επισκεφθεί χωριά της μειονότητας, επίσκεψη που δεν επιθυμούσε ο Αλία. Ομως η ελληνική πλευρά επικαλέστηκε τη δυσκολία να προσγειωθεί εκ νέου το αεροσκάφος του πρωθυπουργού, που στο μεταξύ είχε επιστρέψει στην Αθήνα, και έτσι η αποστολή έφυγε με αυτοκίνητα. Διανύοντας μια απίστευτα δύσκολη διαδρομή σε κακοτράχαλους δρόμους, ο Μητσοτάκης, συνοδευόμενος από τον πρωθυπουργό Αντίλ Τσατσάνι, έφτασε στη Δερβιτσάνη, όπου οι ομογενείς τού επιφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή.
Τον αποθέωσαν
Ο τότε δημοσιογράφος στην εφημερίδα του Αργυρόκαστρου «Λαϊκό Βήμα», Βασίλης Παπάς ήταν εκεί: «Εγινε πανζουρλισμός. Είχαν έρθει χιλιάδες άνθρωποι από παντού και τον αποθέωσαν, αποδοκιμάζοντας ταυτόχρονα τον Αλβανό πρωθυπουργό, γεγονός που ανάγκασε τον Μητσοτάκη να τους ζητήσει να σταματήσουν. Φώναζαν συνθήματα όπως “Μητσοτάκη, Σαμαρά, πάρτε μας και εμάς κοντά”. Ηταν η εποχή που είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν την Αλβανία περνώντας κρυφά τα σύνορα. Υπήρχε μέγας ενθουσιασμός».
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα κληθεί στη συνέχεια να διαχειριστεί μια δύσκολη περίοδο στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Δεν ήταν εύκολο. Το σύνδρομο της εχθρικής περικύκλωσης με το οποίο ο Χότζα είχε θωρακίσει τον φυλακισμένο αλβανικό πληθυσμό, εξακολουθούσε να κατατρύχει την πολιτική τάξη της Αλβανίας και παρέμενε βαθιά ριζωμένο στην κοινωνία.
Από τη δική μας πλευρά, κύκλοι της πολιτικής και πνευματικής ελίτ, της διπλωματίας, των δομών εθνικής ασφάλειας, αδυνατώντας να διαβάσουν στην πραγματική τους διάσταση τις τεκτονικές αλλαγές και διαμορφούμενες ισορροπίες στα μετακομμουνιστικά Βαλκάνια και στην Αλβανία, επιδόθηκαν στην «προετοιμασία» της μειονότητας, αλλά και της ελληνικής κοινής γνώμης για την έγερση μαξιμαλιστικών ιστορικών στόχων. Τα γεγονότα της ταραγμένης εκείνης εποχής είναι γνωστά και κάποιες απολήξεις τους καλείται να διαχειριστεί σήμερα από τη θέση του πρωθυπουργού ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σταύρος Τζίμας – kathimerini.gr