Το πρωτόκολλο Ιταλίας–Αλβανίας για τη διαχείριση της μετανάστευσης συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια, με το πιο πρόσφατο —και ίσως σημαντικότερο— να προέρχεται από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της Ιταλίας, το οποίο σε έκθεσή του θεωρεί τη συμφωνία εν δυνάμει αντισυνταγματική. Η εξέλιξη αυτή έχει αναζωπυρώσει τη σύγκρουση ανάμεσα στη δικαστική εξουσία και την κυβέρνηση Μελόνι.
Η συμφωνία, που υπογράφηκε πέρυσι και έχει ήδη υποστεί επανειλημμένες τροποποιήσεις λόγω νομικών προσκομμάτων, επιτρέπει στην Ιταλία να εξετάζει αιτήματα ασύλου σε υπεράκτια κέντρα που λειτουργούν εντός αλβανικού εδάφους. Η νέα αντίδραση προκλήθηκε από τη δημοσιοποίηση αναλυτικής νομικής γνωμοδότησης του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, η οποία επισημαίνει πλήθος κινδύνων, τόσο συνταγματικών όσο και διαδικαστικών, κατά την εφαρμογή του πρωτοκόλλου.
Σύμφωνα με την έκθεση, το πρωτόκολλο ενδέχεται να παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα που προστατεύονται από το ιταλικό Σύνταγμα, το ευρωπαϊκό δίκαιο και διεθνείς συνθήκες. Επικρίνεται ιδιαίτερα η ασαφής διατύπωση του ποιοι υπάγονται στη συμφωνία —γίνεται απλώς αναφορά σε «μετανάστες»— γεγονός που ενδέχεται να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση μεταξύ όσων εξετάζονται στην Ιταλία και εκείνων που μεταφέρονται στο εξωτερικό.
Αν και η γνωμοδότηση χρησιμοποιεί έντονη γλώσσα, δεν έχει δεσμευτική ισχύ. Η πρόεδρος του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Μαργκερίτα Κασάνο, υπογράμμισε ότι η έκθεση δεν παρεμβαίνει στη χάραξη πολιτικής:
«Δεν πρόκειται για υπέρβαση αρμοδιοτήτων», δήλωσε στην Corriere della Sera, χαρακτηρίζοντας την ανάλυση ως τεχνικό εργαλείο για τους δικαστές. «Οι εκθέσεις αυτές δεν είναι δεσμευτικές και δεν παράγουν αυτομάτως έννομα αποτελέσματα».
Ωστόσο, το έγγραφο ενδέχεται να λειτουργήσει ως κατευθυντήρια γραμμή για τα κατώτερα δικαστήρια στην εξέταση της νομιμότητας κρατήσεων και απελάσεων στο πλαίσιο της συμφωνίας. Επιπλέον, περιλαμβάνει προκαταρκτικά ερωτήματα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που ενδέχεται να ανοίξει νέο μέτωπο στη νομική μάχη γύρω από την «εξωτερικοποίηση» της μεταναστευτικής πολιτικής της Ιταλίας.
Ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Τομάσο Φότι, δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει κανονικά, κατηγορώντας ορισμένα τμήματα της Δικαιοσύνης για «παρεμπόδιση»:
«Τη στιγμή που το μοντέλο της κυβέρνησης Μελόνι για την παράτυπη μετανάστευση υιοθετείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κάποιοι δικαστικοί φορείς στην Ιταλία φαίνεται να επικεντρώνονται στο να το υπονομεύσουν», είπε χαρακτηριστικά.
Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Forza Italia στη Γερουσία, Μαουρίτσιο Γκασπάρρι, προχώρησε ακόμη περισσότερο, ισχυριζόμενος ότι το γραφείο του Ακυρωτικού Δικαστηρίου που ευθύνεται για την έκθεση έχει «καταληφθεί από ακροαριστερούς ακτιβιστές των κοινωνικών κέντρων».
Το Δικαστήριο επισημαίνει την απουσία επαρκών δικονομικών εγγυήσεων για τους αιτούντες άσυλο και υπογραμμίζει ότι το πρωτόκολλο δεν παρέχει σαφές νομικό πλαίσιο που να διασφαλίζει τα θεμελιώδη δικαιώματα σε εξωεδαφικό περιβάλλον. Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί και η αντιμετώπιση της κράτησης όχι ως έσχατη λύση —όπως ορίζει το ευρωπαϊκό δίκαιο— αλλά ως κανόνας.
Τέλος, το Δικαστήριο προειδοποιεί για τον κίνδυνο παράνομης κράτησης. Δεδομένου ότι το πρωτόκολλο δεν προβλέπει την απελευθέρωση μεταναστών εντός της Αλβανίας, όσοι κρατούμενοι λήξει η εντολή περιορισμού τους θα πρέπει να επιστρέφονται στην Ιταλία. Η διαδικασία αυτή, λόγω πιθανών καθυστερήσεων, ενδέχεται να οδηγήσει σε κράτηση «χωρίς τίτλο» για ώρες ή και ημέρες.