Η Αλβανία κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες που δαπάνησαν σημαντικά ποσά για εξοπλισμό και στρατιωτικούς εξοπλισμούς στον αμυντικό της προϋπολογισμό για το 2024, εκπληρώνοντας το σχετικό κριτήριο της ευρωατλαντικής συμμαχίας.
Σε ανάλυση του περιοδικού The Economist εξετάζεται αναλυτικά ο ρόλος των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ και τι καθιστά έναν σύμμαχο «αξιόπιστο», με έμφαση στις επενδύσεις στην κοινή στρατιωτική προσπάθεια και το πού κατευθύνονται τα σχετικά κονδύλια.
Τα τελευταία χρόνια, η Αλβανία έχει αυξήσει τις επενδύσεις της στις Ένοπλες Δυνάμεις, στοχεύοντας στον εκσυγχρονισμό τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του The Economist, το 2014 η χώρα βρισκόταν κάτω από το κατώφλι της Συμμαχίας, δαπανώντας μόλις κάτι παραπάνω από 10% του αμυντικού της προϋπολογισμού για στρατιωτικές υποδομές, ενώ ο ελάχιστος στόχος του ΝΑΤΟ είναι 20%. Στην πορεία της τελευταίας δεκαετίας, η Αλβανία έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο ως προς την επένδυση σε σύγχρονο στρατιωτικό εξοπλισμό, εκπληρώνοντας ένα βασικό κριτήριο συμμετοχής.
Το 2023, οι δαπάνες για εξοπλισμούς αυξήθηκαν δραστικά, ξεπερνώντας το 40% του συνολικού αμυντικού προϋπολογισμού, ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα ανάμεσα στις πρώτες του ΝΑΤΟ — δίπλα σε κράτη όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, τα οποία αντιμετωπίζουν άμεσους γεωπολιτικούς κινδύνους από την ανατολή.
Το ΝΑΤΟ προβλέπει ότι τουλάχιστον το 20% των αμυντικών δαπανών των μελών πρέπει να προορίζεται για εξοπλισμό, στόχο που πλέον επιτυγχάνουν σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην περίπτωση της Ελλάδας — η οποία δαπάνησε το 36% του προϋπολογισμού της για εξοπλισμούς το 2023 — σημασία έχει και ο προσανατολισμός των επενδύσεων. Στην περίπτωση αυτή, μεγάλο μέρος των εξοπλισμών συνδέεται με τον ανταγωνισμό προς άλλη χώρα-μέλος, και όχι με την κοινή απειλή από τη Ρωσία (όπως αναφέρεται).
Το Σύστημα Σχεδιασμού Άμυνας του ΝΑΤΟ έχει στόχο να διασφαλίζει ότι ο εξοπλισμός που αποκτούν τα κράτη ανταποκρίνεται στις επιχειρησιακές ανάγκες της Συμμαχίας.
Το άρθρο επισημαίνει επίσης ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει να επιδείξει θάρρος και στο πεδίο των επιχειρησιακών δεσμεύσεων. Ακόμα και τα κράτη που δαπανούν λιγότερα, μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά.
Αναφέρεται ο ρόλος μικρών μελών όπως η Κροατία, η Σλοβενία και η Αλβανία, τα οποία έχουν αναπτύξει στρατιωτικό προσωπικό στην ανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η Αλβανία θεωρείται σύμμαχος που συνεισφέρει ενεργά σε κοινές επιχειρήσεις εκεί όπου απαιτείται στρατιωτική παρουσία.
Το βασικό ερώτημα, σύμφωνα με την ανάλυση, είναι εάν αυτές οι περιορισμένες δεσμεύσεις θα ενισχυθούν στο μέλλον. Σε περίπτωση ευρείας πολεμικής σύγκρουσης στα ανατολικά, ο στόχος του ΝΑΤΟ είναι να μπορεί να αναπτύξει έως και 100.000 στρατιώτες μέσα σε δέκα ημέρες — κάτι που αποτελεί τεράστια αύξηση σε σχέση με τη σημερινή δύναμη των 40.000.
Χωρίς την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, η επίτευξη αυτών των στόχων από την Ευρώπη καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη, εκτός εάν αυξηθούν σημαντικά οι δαπάνες για νέες προσλήψεις και εξοπλισμό.
Όπως καταλήγει το άρθρο του The Economist, η δέσμευση είναι απαραίτητη για έναν αξιόπιστο σύμμαχο, αλλά «στο τέλος της ημέρας, τα χρήματα ίσως είναι ο βασιλιάς».