Σε μια εξέλιξη που προκαλεί αναταράξεις στη διπλωματική σκηνή, οι σχέσεις μεταξύ Αλβανίας και Ηνωμένων Πολιτειών φαίνεται να βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους από την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει μπλοκάρει επίσημα κάθε διαδικασία διορισμού Αμερικανού πρέσβη στα Τίρανα, αφήνοντας τον πρωθυπουργό Έντι Ράμα σε μια κατάσταση σιωπηρής διεθνούς απομόνωσης.
Για περισσότερα από δύο χρόνια, η αμερικανική πρεσβεία στην Αλβανία λειτουργεί χωρίς επικεφαλής με πλήρεις αρμοδιότητες, ενώ η νέα ρεπουμπλικανική διοίκηση δεν έχει δώσει καμία ένδειξη ότι αυτό πρόκειται να αλλάξει σύντομα. Πηγές από το State Department επιβεβαιώνουν πως η θέση παραμένει «κενή» και οι διαδικασίες έχουν επιστρέψει στο αρχικό στάδιο.
Η υποψηφιότητα του διπλωμάτη καριέρας Ντέιβιντ Κοστελάντσικ, που είχε προταθεί δύο φορές από τον πρώην πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, απορρίφθηκε δύο φορές από τη Γερουσία. Από την πλευρά Τραμπ δεν έχει υπάρξει καμία πρόταση για αντικατάστατη, ενώ η κυβέρνηση επικεντρώνεται σε άλλους, στρατηγικά σημαντικότερους διορισμούς, κατατάσσοντας την Αλβανία χαμηλά στις προτεραιότητες.
Αυτό μεταφράζεται στην πράξη σε μια θεσμική «non-grata» στάση απέναντι στην κυβέρνηση Ράμα – μια σιωπηρή καταδίκη για τις διασυνδέσεις με διαφθορά, οργανωμένο έγκλημα, ολιγαρχικά συμφέροντα και τον έλεγχο των θεσμών. Η μόνη εκπρόσωπος που έχει απομείνει στην αμερικανική πρεσβεία είναι η Nancy Van Horn, μια επιτετραμμένη χαμηλού προφίλ, η οποία αποφεύγει κάθε δημόσιο σχόλιο για τις πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα μετά τις βουλευτικές εκλογές της 11ης Μαΐου.
Την ίδια ώρα, ο Έντι Ράμα –ο οποίος κάποτε καυχιόταν για τις στενές του επαφές στην Ουάσινγκτον– δεν αναφέρεται πια σε καμία ατζέντα της αμερικανικής κυβέρνησης. Παρότι έχει επισκεφθεί την Ουάσινγκτον και τη Νέα Υόρκη αρκετές φορές τους τελευταίους μήνες, δεν έχει πραγματοποιήσει καμία επίσημη συνάντηση. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, στους διαδρόμους της Ουάσινγκτον η δυσπιστία απέναντι στην αλβανική κυβέρνηση είναι πλέον ανοιχτή.
Ο διορισμός Αμερικανού πρέσβη, που άλλοτε θεωρούνταν ένδειξη ισχυρού διμερούς δεσμού, πλέον εκλαμβάνεται ως πράξη απόρριψης. Το συγκεκριμένο διπλωματικό αδιέξοδο αποτελεί ίσως το πιο ισχυρό «χαστούκι» που έχει δεχθεί ο Ράμα από τη Δύση την τελευταία δεκαετία. Ο ίδιος μοιάζει όλο και πιο απομονωμένος διεθνώς, ενώ οι ΗΠΑ εξακολουθούν να του αρνούνται τον διορισμό επίσημου πρέσβη. Αν η κατάσταση παραμείνει αμετάβλητη έως το τέλος του έτους, θα επιβεβαιωθεί αυτό που ήδη υπονοείται στη διπλωματική σφαίρα: η αλβανική κυβέρνηση δεν θεωρείται πλέον αξιόπιστος εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η Αλβανία είναι μία από τις χώρες για τις οποίες ο πρόεδρος Τραμπ οφείλει να διορίσει νέο πρέσβη – θέση που παραμένει κενή εδώ και πάνω από δύο χρόνια. Ο Ντέιβιντ Κοστελάντσικ, προτεινόμενος από τον Μπάιντεν, απορρίφθηκε δύο φορές από Γερουσιαστικές Επιτροπές, κυρίως από Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές προσκείμενους στον Τραμπ. Οι ενστάσεις αφορούσαν, μεταξύ άλλων, τις θέσεις των διπλωματών σχετικά με ζητήματα LGBTQ+, φύλου και άλλα παρόμοια θέματα.
Από εκείνο το σημείο και μετά, δεκάδες διπλωματικοί διορισμοί, συμπεριλαμβανομένου και αυτού για τα Τίρανα, πάγωσαν, και οι αντίστοιχες θέσεις έμειναν κενές. Στην τελευταία ενημέρωση του State Department, επιβεβαιώνεται ότι η θέση του Αμερικανού πρέσβη στην Αλβανία παραμένει «vacant» (κενή). Οι διαδικασίες αναμένεται να ξεκινήσουν από το μηδέν, με πιθανή νέα υποψηφιότητα – χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα σχετίζεται με τον Κοστελάντσικ.
Με την επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο, εκατοντάδες διοικητικές και διπλωματικές θέσεις βρίσκονται σε αναμονή για διορισμό. Μερικές είναι πολιτικά καθορισμένες, ενώ άλλες βασίζονται σε επαγγελματικά κριτήρια. Προς το παρόν, δεν υπάρχει κανένας επίσημα ανακοινωμένος υποψήφιος για την πρεσβεία στα Τίρανα. Ακόμη και αν ανακοινωθεί κάποιος, θα πρέπει πρώτα να περάσει από ακροάσεις και τελική έγκριση – μια διαδικασία που πιθανότατα θα διαρκέσει αρκετούς μήνες.
Μέχρι τότε, η πρεσβεία θα συνεχίσει να διοικείται από την ίδια υπηρεσιακή ομάδα, χωρίς πολιτική ηγεσία με σαφή εντολή – γεγονός που, σε διπλωματικό επίπεδο, ερμηνεύεται ξεκάθαρα ως μήνυμα δυσαρέσκειας προς την κυβέρνηση Ράμα.