Κατά τη διάρκεια συνάντησής του με την Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΟΑΣΕ, Pia Kauma, και τον Γενικό Γραμματέα Roberto Montella, ο αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος της Αλβανίας, Σαλί Μπερίσα, εξέφρασε την άποψη ότι η χώρα βιώνει μία βαθειά πολιτική και θεσμική κρίση, υποστηρίζοντας ότι η μόνη διέξοδος είναι ο σχηματισμός μίας ουδέτερης και προσωρινής κυβέρνησης τεχνοκρατών.
Ο Μπερίσα, συνοδευόμενος από τον πολιτικό σύμμαχο Φατμίρ Μεντίου και τη βουλευτή Αλμπάνα Βόκσι, περιέγραψε με δραματικούς όρους την κατάσταση στη χώρα, χαρακτηρίζοντας την Αλβανία ως τον «πρώτο και μοναδικό ναρκο-κράτος στην Ευρώπη». Προχώρησε, μάλιστα, σε σοβαρές καταγγελίες εις βάρος της κυβέρνησης, κάνοντας λόγο για συστηματική χειραγώγηση της εκλογικής διαδικασίας, διασυνδέσεις με διεθνείς εγκληματικές οργανώσεις και εκτεταμένη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Κατά τη δήλωσή του, ο Μπερίσα ευχαρίστησε τον ΟΑΣΕ για τον συνεχή του ρόλο στην προάσπιση της δημοκρατίας και για την παρουσία του στην Αλβανία κατά την παρακολούθηση των πρόσφατων εκλογών της 11ης Μαΐου 2025.
Στην ενημέρωση που παρείχε στους εκπροσώπους του ΟΑΣΕ, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης υποστήριξε ότι η Αλβανία έχει μετατραπεί σε κέντρο δραστηριότητας για καρτέλ ναρκωτικών, με την κατάσταση να επιδεινώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο, η καλλιέργεια κάνναβης έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις από το 2015, ενώ λίγο πριν τις εκλογές εγκρίθηκαν 138 άδειες παραγωγής κάνναβης, κυρίως σε περιοχές κοντά στα σύνορα, γεγονός που – όπως υποστηρίζει – διευκολύνει τη δράση των εγκληματικών ομάδων.
Ο Μπερίσα κατήγγειλε ότι συγκεκριμένα καρτέλ ναρκωτικών που φέρονται να στηρίζουν την κυβέρνηση Ράμα, δραστηριοποιούνται όχι μόνο στην Αλβανία αλλά και στη διακίνηση σκληρών ναρκωτικών από τη Λατινική Αμερική. Ανέφερε, μάλιστα, ότι κάποια από αυτά τα κυκλώματα έχουν σχέσεις ή ακόμη και δεσμούς με το καρτέλ Σιναλόα του Μεξικού.
Αναφερόμενος σε τοπικά εγκληματικά δίκτυα, υποστήριξε ότι ορισμένα όπως το δίκτυο Troplini/Poja έχουν πλήρη έλεγχο του λιμανιού του Δυρραχίου – του μεγαλύτερου της χώρας. Παράλληλα, ο αποκαλούμενος «Όμιλος Çela», σύμφωνα με τον Μπερίσα, ελέγχει το κύριο δρομολόγιο διακίνησης ηρωίνης από την Ανατολή, ενώ περισσότερες από 20 εγκληματικές ομάδες φέρεται να υποστήριξαν ενεργά 28 υποψηφίους σε 10 περιφέρειες και 21 δήμους – αρκετοί εκ των οποίων εξελέγησαν και θα εισέλθουν στο νέο κοινοβούλιο.
Σε ό,τι αφορά το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, ο Μπερίσα έκανε λόγο για τη «μεγαλύτερη πλυντηριακή μηχανή της Ευρώπης», αναφέροντας στοιχεία της Eurostat που δείχνουν τριπλασιασμό του οικοδομικού δείκτη στην Αλβανία τα τελευταία χρόνια, παρά την ασθενική ανάπτυξη της οικονομίας (γύρω στο 3% ετησίως) και την υποχώρηση της βιομηχανίας, των εξαγωγών και του αγροτικού τομέα.
Ο πρώην πρωθυπουργός επικαλέστηκε και διεθνή στοιχεία από μυστικές υπηρεσίες ευρωπαϊκών χωρών (όπως της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας), τα οποία – όπως ισχυρίστηκε – αποκάλυψαν τηλεφωνικές συνομιλίες που εμπλέκουν ανώτατους Αλβανούς αξιωματούχους, με ιδιαίτερη συγκέντρωση στοιχείων στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Ο Μπερίσα κατηγόρησε τον Ράμα ότι διαθέτει ακόμη και ειδικό συνεργάτη, υπεύθυνο για τη «συντονισμένη δράση των εγκληματικών δικτύων».
Συνέχισε καταγγέλλοντας την καταστρατήγηση του Εκλογικού Κώδικα από την κυβέρνηση, παρουσιάζοντας ως αποδείξεις: Τη διαγραφή προστίμων αξίας 200 εκατομμυρίων ευρώ μόλις δύο ημέρες πριν τις εκλογές. Τη διοργάνωση 4.255 κυβερνητικών εκδηλώσεων σε μόλις τέσσερις μήνες. Τη χορήγηση εφάπαξ μπόνους 100 ευρώ σε περίπου 760.000 συνταξιούχους. Δημόσιες προμήθειες με καθαρά προεκλογικό προσανατολισμό. Και εκδηλώσεις υψηλού προφίλ όπως ο ποδηλατικός γύρος Giro d’Italia.
Κατήγγειλε, επίσης, την εγκαθίδρυση ενός νέου «πατροναριστικού» συστήματος, παρόμοιο με τις κομμουνιστικές πρακτικές, στο οποίο κάθε δημόσιος υπάλληλος υποχρεωνόταν να εξασφαλίσει 10 έως 15 ψηφοφόρους για να διατηρήσει τη θέση του. Παράλληλα, ανέφερε ότι δόθηκαν 138 άδειες για καλλιέργεια κάνναβης – αριθμός 147 φορές μεγαλύτερος από το νόμιμο όριο που ορίζει έκταση 200 στρεμμάτων.
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Μπερίσα κατήγγειλε ότι στις τελευταίες εκλογές υπήρξε πλήρης ταύτιση κράτους και κυβερνώντος κόμματος. Κατηγόρησε την κυβέρνηση για τρομοκράτηση πολιτών, μαζική εξαγορά ψήφων και σχεδόν ολοκληρωτικό έλεγχο των μέσων μαζικής ενημέρωσης (πάνω από 90%). Κατά τη γνώμη του, παραβιάστηκαν οι βασικές δημοκρατικές αρχές της Συμφωνίας της Κοπεγχάγης και άλλες διεθνείς συνθήκες.