Η εντυπωσιακή εξάπλωση του Χριστιανισμού από τους Έλληνες του Βυζαντίου προς την Ανατολική Ευρώπη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα στην παγκόσμια ιστορία.
Η διάδοση της Ορθόδοξης Χριστιανικής πίστης στις περιοχές βόρεια του Δούναβη επηρέασε βαθιά την πολιτισμική εξέλιξη της Ανατολικής Ευρώπης και διαμόρφωσε τον πνευματικό κόσμο εκατομμυρίων ανθρώπων, κυρίως σλαβικής καταγωγής.
Αυτή η μεταμόρφωση πραγματοποιήθηκε, σε μεγάλο βαθμό, χάρη στις ακούραστες προσπάθειες Ελλήνων πνευματικών ηγετών, που διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη διάδοση του Χριστιανισμού πριν από αιώνες.
Η Κωνσταντινούπολη, η καρδιά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ανέλαβε τον 9ο αιώνα μια φιλόδοξη αποστολή: να διαδώσει την Ορθοδοξία προς τον βορρά. Στο απόγειο της δύναμής της, η αυτοκρατορία έστειλε δεκάδες ιεραποστόλους οι οποίοι επρόκειτο να αλλάξουν ριζικά τη θρησκευτική και πολιτισμική ταυτότητα της Ανατολικής Ευρώπης, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ήπια διπλωματική ισχύ του ελληνικού Βυζαντίου πέρα από τα σύνορά του.
Μαζί με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, αυτοί οι ελληνόφωνοι πρεσβευτές μετέφεραν στις νέες αυτές χώρες την τέχνη, την αρχιτεκτονική και τη γνώση του Βυζαντίου, ανοίγοντας νέους πνευματικούς και πολιτισμικούς ορίζοντες για τους τοπικούς πληθυσμούς.
Οι άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, δύο αδέλφια από τη Θεσσαλονίκη, υπήρξαν οι σημαντικότεροι από αυτούς τους ιεραποστόλους. Πατέρας τους ήταν ο Λεόντιος, ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αυτοκρατορίας. Ανταποκρίθηκαν στην έκκληση του Ραστισλάβου, ηγεμόνα της Μεγάλης Μοραβίας (σημερινή Τσεχία), ο οποίος ζήτησε από τους Βυζαντινούς να στείλουν διδασκάλους που θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν τη μόρφωση και την πνευματικότητα του λαού του στη δική του γλώσσα.
Η μεγαλύτερη προσφορά των δύο Ελλήνων αδελφών ήταν η δημιουργία του κυριλλικού αλφαβήτου. Μέσω αυτού κατέστη εφικτή η μετάφραση των ιερών κειμένων στις σλαβικές γλώσσες, επιτρέποντας την ευρύτερη διάδοση της Ορθοδοξίας στις τοπικές κοινωνίες.
Καθοριστική στιγμή στην εξάπλωση της Ορθοδοξίας υπήρξε και η μεταστροφή της Βουλγαρίας στον Χριστιανισμό. Το 893 η Βουλγαρία έγινε το πρώτο σλαβικό έθνος που ασπάστηκε την Ορθοδοξία και καθιέρωσε τη σλαβική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα της Εκκλησίας, ανοίγοντας τον δρόμο για τις υπόλοιπες σλαβικές χώρες.
Σημαντικότερο ίσως επίτευγμα του βυζαντινού ιεραποστολικού έργου ήταν η βάπτιση της Ρως του Κιέβου το 988. Η μεταστροφή του πρίγκιπα Βλαδίμηρου στην Ορθοδοξία και ο γάμος του με βυζαντινή πριγκίπισσα επισφράγισαν μια βαθιά πολιτισμική και εκκλησιαστική σχέση με το Βυζάντιο, κάνοντας τη Ρωσία σταδιακά το μεγαλύτερο Ορθόδοξο έθνος στον κόσμο.
Η Ρωσική Εκκλησία υπήρξε αρχικά επαρχία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, γεγονός που ενίσχυσε τη σύνδεση των δύο πολιτισμών για αιώνες, μέχρι που οι γεωπολιτικές εντάσεις άρχισαν να προκαλούν ρωγμές στη σχέση αυτή.
Η Ορθόδοξη πίστη δεν προσέφερε μόνο θρησκευτική καθοδήγηση. Η Ανατολική Ευρώπη γνώρισε μέσω της Ορθοδοξίας τη βυζαντινή – και κατά συνέπεια την ελληνική – λογοτεχνία, τέχνη και αρχιτεκτονική, στοιχεία που επηρέασαν βαθιά την πολιτιστική φυσιογνωμία της περιοχής για περισσότερο από μία χιλιετία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία λειτούργησε ως θεματοφύλακας της παράδοσης, του πολιτισμού και της παιδείας, συμβάλλοντας καθοριστικά στη συγκρότηση των εθνικών ταυτοτήτων των λαών ανατολικά της Γερμανίας και βόρεια του Δούναβη.
Παρά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, η παράδοση της Ορθοδοξίας που θεμελίωσε η αυτοκρατορία του Βυζαντίου επιβίωσε και συνεχίζει να διαδραματίζει κομβικό ρόλο.
Η Ορθοδοξία παραμένει ακόμη και σήμερα βασικό στοιχείο της εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας από τη Σερβία και τη Βουλγαρία έως την Ελλάδα και τη Ρωσία. Υπολογίζεται ότι σήμερα υπάρχουν περίπου 260 εκατομμύρια Ορθόδοξοι Χριστιανοί, κυρίως χάρη στο όραμα και την αφοσίωση εκείνων των Ελλήνων ιεραποστόλων του Μεσαίωνα.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δημιούργησε έναν διαχρονικό σύνδεσμο ανάμεσα στον ελληνικό βυζαντινό κόσμο και το σλαβικό, έναν δεσμό που παραμένει ζωντανός μέχρι σήμερα.