Όταν τον Μάρτιο του 1959 έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Γρίβας (σ.σ: κατέβηκε από «Ντακότα” με περιβολή αντάρτη, συνοδευόμενος από στρατιωτικούς, τον ανθυπαστυνόμο Α. Πουλίτσα, τον Μητροπολίτη Κιτίου Άνθιμο και τον Έλληνα πρόξενο στην Κύπρο Αρ. Φρυδά), η συγκίνησή του ήταν απερίγραπτη.
Αυτό τουλάχιστον διαβεβαιώνουν τα δημοσιεύματα της εποχής, τα έγγραφα-ντοκουμέντα και οι απόρρητες σημειώσεις του Ουίνστον Τσώρτσιλ (προϊόντα «αγγελιοφόρων» του στην Intelligence Service), που ανέβασε στην ιστοσελίδα του το Βρετανικό Foreign Office (ΥΠΕΞ) και έφερε στο φως της ελληνικής και κυπριακής δημοσιότητας το 2005 η Κύπρια δημοσιογράφος-ερευνήτρια Φανούλα Αργυρού .
Και ήταν απερίγραπτη η συγκίνηση του θρυλικού στρατηγού, γιατί – υπό το βάρος της αμφιλεγόμενης για πολλούς Έλληνες ιδιότητάς του («ταραχοποιό στοιχείο» της ακροδεξιάς ήταν για τους αντιπάλους του) – ο Κύπριος «Διγενής» έγινε δεκτός με χειροκροτήματα στο αεροδρόμιο της ελληνικής πρωτεύουσας και αποθεώθηκε στη συνέχεια από τους 5.000 συγκεντρωμένους, όταν έτεινε στον κόσμο – ως δώρο – ένα σακουλάκι με αιματοβαμμένο χώμα από την Κύπρο.
Στον κόσμο των ανωνύμων και επωνύμων, μεταξύ των οποίων συγγενείς και φίλοι (συνοδοί της γυναίκα του), στρατιωτικοί (οι αρχηγοί του Στρατού και της Αεροπορίας Σειραδάκης και Μαργαρίτης), ιεράρχες (ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος που τον «έστεψε» με χρυσό στεφάνι), αυτοδιοικητικοί (ο Δήμαρχος Αθηναίων Κατσώτας), επώνυμοι πολιτικοί, διανοούμενοι και πρέσβεις (ο υπουργός Προεδρίας της κυβέρνησης Καραμανλή Κ. Τσάτσος, ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου με τον συγγραφέα-δημοσιογράφο και πρώην υφυπουργό Παιδείας Λουκή Ακρίτα, ο πρώην αντιπρόσωπος της Εθναρχίας Κύπρου στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη [1956-57] Σπ. Κυπριανού, ο εθναρχικός σύμβουλος του Μακάριου και μετέπειτα πρέσβης της Κύπρου στην Ελλάδα Ν. Κρανιδιώτης, μέλη της Πανελλήνιας Επιτροπής Αυτοδιάθεσης Κύπρου [ΠΕΑΚ], του Σωματείου Αναπήρων Πολέμου, της Ένωσης Δημοσιογράφων και Φωτορεπόρτερ από την Ελλάδα και το εξωτερικό κλπ).
Υπενθυμίζω όχι τυχαία την αμφιλεγόμενη για πολλούς Έλληνες ιδιότητα του Γεώργιου Γρίβα, γιατί ο αγωνιστής και «απελευθερωτής της Κύπρου» στρατηγός είχε φανατικούς φίλους και εχθρούς ως ηγέτης της «Οργάνωσης Χ» (ηγέτης των Χιτών, δηλαδή, της φιλοβασιλικής αντικομμουνιστικής οργάνωσης που ιδρύθηκε στην Κατοχή [1941-’44] το 1942, αφού αποσχίστηκε προηγουμένως από την «Άγνωστο Μεραρχία» των στρατηγών Λάβδα-Βραχνού), αρχηγός της ΕΟΚΑ [1955-59] – με μεγάλη συμβολή στον απελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων (1955-1959) στα χρόνια της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο (1878-1960), όπου έδωσαν το αίμα τους νεαρά μέλη της οργάνωσης όπως ο Αυξεντίου, ο Καραολής, ο Μάτσης, ο Παλληκαρίδης κλπ – και ιδρυτής της « ΕΟΚΑ Β’ (1971).
Της «κακοφημισμένης» ΕΟΚΑ Β’ (εθνικιστικής παρασταρατιωτικής οργάνωσης με στόχο – δια της συνεργασίας, αρχικά, του «ενωτικού» Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του εκφοβισμού στη συνέχεια – να διεκδικήσει ενόπλως την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα).
Με τα δεδομένα αυτά και με τον αέρα να δονείται για μέρες απ’ τον εθνεγερτικό λόγο του Γρίβα — ο οποίος είπε μεταξύ άλλων, με παλμώδη φωνή προς τον κόσμο, ότι έφτανε στην Αθήνα (17 Μαρτίου 1959) έχοντας εκπληρώσει προηγουμένως το χρέος του «Αμύνεσθαι περί πάτρης» για την ιδιαίτερη πατρίδα του Κύπρο, αγώνα ισάξιου εκείνων «στα Μεσολόγγια, τις Θερμοπύλες, τα Κούγκια, τα Αρκάδια, τα Δερβενάκια», γιατί «στην Κύπρο ζουν Σουλιώτισσες και Μεσολογγίτισσες» και γι’ αυτό «μπόρεσε και ύψωσε αυτή το ανάστημά της ως μικρός Δαβίδ μπροστά στο Γολιάθ « – εύλογο ήταν η άφιξή του στην Αθήνα να δημιουργεί προβληματισμό στην ελληνική κυβέρνηση και, προπάντων, στον πρωθυπουργό ο οποίος ανησυχούσε.
Ανησυχούσε δικαιολογημένα, όπως αποδείχθηκε αργότερα, γιατί – πέραν της κατηγορηματικής απόρριψης εκ μέρους του στρατηγού των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου που είχε υπογράψει ο ίδιος τον Φεβρουάριο εκείνου του έτους (1959) – δεν τον καθησύχαζαν ούτε η φράση του στρατηγού «έχοντας εκπληρώσει…» (φράση που άφηνε στο παρελθόν την πολυθρύλητη αγωνιστική του διάθεση, αν και αυτήν προέβαλε επιθεωρώντας με τους επισήμους το παρατεταγμένο τμήμα της Αεροπορίας υπό τον ήχο των εμβατηρίων της στρατιωτικής μπάντας και εν μέσω ζητωκραυγών του πλήθους για τα κατορθώματά του) ούτε τα όσα μετέφεραν στον Κωνσταντίνο Καραμανλή οι σύμβουλοί του περί απόφασης του στρατηγού να ασχοληθεί με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του…
Αυτό το τελευταίο ήταν, πράγματι, ένα όνειρο του Γεώργιου Γρίβα που κάποια στιγμή ευοδώθηκε (βλ. «Απομνημονεύματα» και «Χρονικό του Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-59»). Ωστόσο εκείνη η περίοδος δεν ήταν, προφανώς, η κατάλληλη στιγμή για κάτι τέτοιο εξαιτίας των ύποπτων προτροπών συνεργατών του.
Προτροπών που δεν τον άφησαν ανεπηρέαστο και αφορούσαν, δυστυχώς, το συγκρουσιακό εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου μεταξύ του αγωνιζόμενου υπέρ της Ένωσης Κύπρου-Ελλάδας αρχηγού της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) και του Εθνάρχη της εκστρατείας για Ένωση με την Ελλάδα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, μετέπειτα πρώτου Προέδρου της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας (1η Οκτωβρίου 1960 η ίδρυσή της).
Φευ! Οι δυο Κύπριοι, που άφησαν τη σφραγίδα τους στον στρατιωτικό και πολιτικό στίβο της Κύπρου γράφοντας ιστορία, έπαιξαν αμφιλεγόμενο ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις της, παρά τα εντυπωσιακά επιτεύγματά τους.
Αμφιλεγόμενο γιατί – ξεχνώντας το «εν τη ενώσει η ισχύς» των κοινών μας προγόνων, πολύ περισσότερο που αμφότεροι πίστευαν στον στόχο της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα – άφησαν τις διαφορές τους για την τακτική του αγώνα να γίνουν ανυπέρβλητες σε βάρος των εθνικών συμφερόντων της ιδιαίτερης πατρίδας τους.
Έτσι ο μεν Γρίβας πίστευε και επέμενε στην ένοπλη διεκδίκηση της Ένωσης (διεκδίκηση με τη χρήση βίας, δηλαδή), ο δε Μακάριος είχε επενδύσει δια βίου στη δύναμη της διπλωματίας και του παζαρέματος.
Το αποτέλεσμα, τελικά (η ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία που ιδρύθηκε το 1960 με συνεγγυήτρια της Ελλάδας και της Βρετανίας την Τουρκία), δεν δικαίωσε κανέναν δεδομένου ότι η Ένωση ματαιώθηκε δια παντός.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, «ήρθε η μερική ξένη κατοχή του 1974» (βλ. τουρκική εισβολή «Αττίλας 1&2», Ιούλιος -Αύγουστος του ’74) «εξαιτίας της εγκληματικής τρέλας μιας στρατιωτικής δικτατορίας στην Αθήνα, της επιθετικής λαιμαργίας μιας ασταθούς κυβέρνησης στην Άγκυρα και της αδύναμης αποφασιστικότητας των συμμαχικών κυβερνήσεων στο Λονδίνο και την Ουάσιγκτον»(απόσπασμα εισαγωγικού σημειώματος του πρώην μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και συντηρητικού Άγγλου πολιτικού Κρις Μόνταγκιου Γουντχάους [με διαλειμματική παρουσία σ’ αυτό από το 1959 μέχρι το 1974], που προλογίζει το βιβλίο του Σταύρου Παντελή «Η νέα ιστορία της Κύπρου», έκ. 1985).
Κρινιώ Καλογερίδου