Ο Αρχιμήδης, μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της αρχαίας ελληνικής επιστήμης και μηχανικής, άφησε ένα πλούσιο έργο που για αιώνες θεωρούνταν χαμένο. Τα περισσότερα από τα γραπτά του διασώθηκαν μόνο χάρη σε αντιγραφές και μεταφράσεις που έκαναν λόγιοι και γραφείς σε μεταγενέστερες εποχές. Ένα από τα πιο γνωστά σωζόμενα αποσπάσματα είναι το περίφημο Παλίμψηστο του Αρχιμήδη – ένα χειρόγραφο που, μέχρι τον 12ο αιώνα, είχε ξαναχρησιμοποιηθεί από έναν μοναχό, ο οποίος έσβησε τα αρχικά κείμενα για να γράψει πάνω τους θρησκευτικές προσευχές.
Για να αποκαλύψουν τα πρωτότυπα γραπτά που κρύβονταν κάτω από τις προσευχές, οι επιστήμονες κατέφυγαν στη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας. Χρησιμοποιώντας τον Επιταχυντή Σωματιδίων του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, κατάφεραν να ανιχνεύσουν το σίδηρο που περιέχεται στο μελάνι των αρχικών γραφών. Η τεχνική βασίστηκε σε εστιασμένες ακτίνες Χ, που παράγονται από ηλεκτρόνια τα οποία κινούνται σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός. Αυτές οι ακτίνες προκάλεσαν φθορισμό στο μελάνι, κάνοντας το κείμενο του Αρχιμήδη να «λάμψει» κυριολεκτικά κάτω από το στρώμα του μεταγενέστερου κειμένου.

Με αυτό τον τρόπο, αποκαλύφθηκε ένα σημαντικό μέρος των γραπτών του, που είχαν μείνει αθέατα για περίπου εννέα αιώνες. Χάρη σε αυτή την τεχνολογική πρόοδο, οι ερευνητές είχαν την ευκαιρία να διαβάσουν τα μοναδικά σωζόμενα αντίγραφα δύο από τα σημαντικότερα έργα του: «Η Μέθοδος των Μηχανικών Θεωρημάτων» και «Περί των Επιδεόντων Σωμάτων». Στο πρώτο, ο Αρχιμήδης περιγράφει πώς οι μηχανικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν σε μαθηματικές ανακαλύψεις. Στο δεύτερο, αναλύει τις αρχές της άνωσης – τη δύναμη που ασκεί ένα υγρό προς τα πάνω σε ένα βυθισμένο σώμα, εξηγώντας γιατί ορισμένα αντικείμενα επιπλέουν και φαίνονται ελαφρύτερα μέσα στο νερό.
Το παλίμψηστο περιλαμβάνει επίσης διαγράμματα, τα οποία, αν και δεν σχεδιάστηκαν από τον ίδιο τον Αρχιμήδη, θεωρούνται τα μοναδικά που ενδέχεται να μοιάζουν με αυτά που εκείνος χάραζε στην άμμο στις Συρακούσες πριν από 2.000 χρόνια, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Γουίλιαμ Νοέλ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το παλίμψηστο επανεμφανίστηκε σε δημοπρασία το 1998 και από τότε οι επιστήμονες εργάζονται συστηματικά για την αποκρυπτογράφηση των κρυφών κειμένων του. Η χρήση του επιταχυντή ξεκίνησε το 2004, και μέχρι στιγμής έχουν αναγνωστεί τρεις σελίδες που προηγουμένως θεωρούνταν απροσπέλαστες. Παρ’ όλα αυτά, οι ειδικοί υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν ακόμα τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί η πλήρης ανάγνωση του χειρογράφου.
Ενδιαφέρον είναι και το εξής παράδοξο: πολλοί μελετητές πιστεύουν πως, παρά το γεγονός ότι ο μοναχός κατέστρεψε επιφανειακά τα κείμενα του Αρχιμήδη, εντέλει συνέβαλε στη διατήρησή τους. Καθώς ξαναχρησιμοποίησε το περγαμηνό χαρτί του αυθεντικού χειρογράφου, διαιωνίστηκε το υλικό πάνω στο οποίο είχε γραφεί το έργο του μεγάλου επιστήμονα. Αυτή είναι και η σημασία του όρου «παλίμψηστο»: ένα χειρόγραφο που έχει χρησιμοποιηθεί ξανά.