Αξιωματικοί της Ισπανικής Εθνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με την EUROPOL, την INTERPOL και τις αρχές των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, εντόπισαν και συνέλαβαν στο Αμπού Ντάμπι έναν καταζητούμενο, ο οποίος θεωρείται ένας από τους κορυφαίους διακινητές ναρκωτικών στον κόσμο. Ο ύποπτος καταζητείτο στο πλαίσιο της επιχείρησης «Pampa» που πραγματοποιήθηκε πέρυσι και είχε ως αποτέλεσμα την εξάρθρωση μιας αλβανικής εγκληματικής οργάνωσης με έδρα το Εκουαδόρ, η οποία διακινούσε κοκαΐνη μέσω των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών λιμανιών.
Η έρευνα για τον εντοπισμό του καταζητούμενου ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2024, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης «Pampa». Στην επιχείρηση αυτή, που διεξήχθη από κοινού με την Υπηρεσία Εποπτείας των Ισπανικών Φορολογικών Αρχών και την Εθνική Αστυνομία του Εκουαδόρ, συμμετείχαν 800 αστυνομικοί. Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης συνελήφθησαν συνολικά 40 άτομα και πραγματοποιήθηκαν 62 έλεγχοι και εφόδους και στις δύο χώρες.
Αποτέλεσμα αυτών των ερευνών ήταν η κατάσχεση 500.000 ευρώ και 2.370.000 δολαρίων σε μετρητά, πολυτελή οχήματα, όπλα και έγγραφα, καθώς και η δέσμευση ακινήτων αξίας 12 εκατομμυρίων ευρώ και 88 χρηματοοικονομικών προϊόντων. Παράλληλα, κατασχέθηκαν έξι νομικά πρόσωπα και εντοπίστηκαν περιουσιακά στοιχεία που είχαν ξεπλυθεί ύψους 36 εκατομμυρίων ευρώ, καταστρέφοντας έτσι την οικονομική δομή της εγκληματικής οργάνωσης.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, διαπιστώθηκε ότι ο συλληφθείς συντόνιζε προσωπικά τις επαφές με Κολομβιανούς προμηθευτές κοκαΐνης, επιβλέποντας τη μεταφορά και την αποθήκευση των ναρκωτικών από τη χώρα παραγωγής τους έως τη Δημοκρατία του Εκουαδόρ. Στην τελευταία, μέλη της οργάνωσης που βρίσκονταν υπό τις εντολές του και διέθεταν επιρροή στο λιμάνι του Γκουαγιακίλ, φρόντιζαν να φορτώνουν την κοκαΐνη σε κοντέινερ που ανήκαν σε ελεγχόμενες από τον ίδιο εξαγωγικές εταιρείες φρούτων.
Από την έρευνα επιβεβαιώθηκε ότι ο καταζητούμενος είχε συνάψει συμφωνίες με Κολομβιανούς προμηθευτές για την παραλαβή 4.000 κιλών κοκαΐνης τον μήνα, ποσότητα που προοριζόταν για την ευρωπαϊκή αγορά. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει το μέγεθος της εγκληματικής οργάνωσης που διοικούσε ο Αλβανός ναρκέμπορος.
Η ισχύς του εγκληματικού δικτύου ήταν τέτοια που δεν περιοριζόταν στη χρήση ενός μόνο ευρωπαϊκού λιμανιού για την εισαγωγή ναρκωτικών, αλλά αξιοποιούσε πολλαπλά κομβικά λιμάνια της Ευρώπης, όπως της Αμβέρσας (Βέλγιο), του Ρότερνταμ (Ολλανδία), του Αλχεθίρας (Ισπανία), του Αμβούργου (Γερμανία), της Αγίας Πετρούπολης (Ρωσία), του Δυρραχίου (Αλβανία), της Gioia Tauro (Ιταλία) και της Κωνστάντσα (Ρουμανία). Στα λιμάνια αυτά ο συλληφθείς είχε ανθρώπους της εμπιστοσύνης του —κυρίως μέλη της αλβανικής μαφίας— οι οποίοι αναλάμβαναν την παραλαβή και την αποθήκευση των ναρκωτικών στην ευρωπαϊκή επικράτεια.