Η χθεσινή δικαστική απόφαση που αφήνει υπό κράτηση τον υποψήφιο δήμαρχο για τον δήμο Χιμάρας Φρέντη Μπελέρη, ανέδειξε τον πολιτικο-νομικό ελιγμό για να κερδίσει η παρούσα διοίκηση την εκλογική κούρσα. Ενώ επί 24 ώρες η κυβερνητική προπαγάνδα φιλτράρει στα ΜΜΕ την είδηση ότι τα στοιχεία για τη σύλληψή του για εξαγορά ψήφων είναι αδιάσειστα, ότι έχουν σταλεί ακόμη και στις ελληνικές αρχές, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία στη δικογραφία που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν, λίγο-πολύ, τη μοναδική σύλληψη υποψηφίου δημάρχου εδώ και τρεις δεκαετίες, μόλις τρεις ημέρες πριν από τις εκλογές.
Στις 6 Μαΐου, ο Έντι Ράμα πηγαίνει στη Χιμάρα όπου επιτίθεται χυδαία στον Μπελέρη με ρατσιστική και χλευαστική γλώσσα. Επιβεβαιώνεται από αρκετές πηγές ότι ο Ράμα ανησυχούσε για τη Χιμάρα τις τελευταίες ημέρες και στις δημοσκοπήσεις φαινόταν πως θα έχανε τη Χιμάρα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έκαναν οι ειδικοί του Σοσιαλιστικού Κόμματος, τα λεωφορεία με μετανάστες που έρχονται για τον Μπελέρη από την Ελλάδα θα ανέτρεπαν τα αποτελέσματα των εκλογών δίνοντας τη νίκη στην αντιπολίτευση. Αποδεικνύεται μάλιστα ότι ο πρωθυπουργός ζήτησε προσωπικά από τους δημοσιογράφους που του πήραν συνέντευξη τις τελευταίες μέρες να του παίρνουν πιο συχνά συνέντευξη δίνοντάς του την ευκαιρία να χτυπήσει τον υποψήφιο της Ομόνοιας. Και το έκανε κάθε φορά που εμφανιζόταν στην τηλεόραση.
Δύο μέρες μετά το παραλήρημα του Ράμα στη Χιμάρα, εμφανίστηκε στην αστυνομία ένας άνδρας, ο οποίος δεν ήταν η πρώτη φορά που περνούσε το κατώφλι αυτής της πόρτας. Ο Αρσέν Ράμα παίζει το ρόλο του επαναστατημένου πολίτη και καταγγέλλει τις προσπάθειες εξαγοράς ψήφων από τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης. Είναι ένας απλός ψαράς, που κουβαλά στους ώμους του μια σοβαρή οικογενειακή τραγωδία στη θάλασσα, την οποία δεν έχει ξεπεράσει. Η τέχνη του τον οδήγησε να γνωρίσει τον Φρέντη Μπελέρη πουλώντας του ψάρια για το εστιατόριό του.
Έτσι, η μια εκδοχή είναι ότι ένας ανήσυχος βαρκάρης κατήγγειλε για παράβαση του νόμου τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης στην αστυνομία της Χιμάρας. Η άλλη εκδοχή είναι ότι μετά από πολιτική εντολή, η αστυνομία έφτασε στον Μπελέρη για να καταστρέψει την εκστρατεία του και αυτό βασίζεται σε δύο γεγονότα. Καταρχάς, σε αντίθεση με όσα αναφέρθηκαν, κύριος πρωταγωνιστής δεν ήταν η δίωξη, αλλά η κρατική αστυνομία που εξαρτάται από τον αρχηγό της κυβέρνησης και τον υπουργό Εσωτερικών. Έπειτα, στις 8 Μαΐου, ο Αρσέν Ράμα συμφώνησε να παίξει το ρόλο του «μυστικού». Από εκείνη τη στιγμή, αφού επρόκειτο για εκλογικό έγκλημα, η υπόθεση έπρεπε να περάσει στην Ειδική Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς (SPAK). Όμως η αφέλεια των αστυνομικών, δήθεν αδαών, τον στέλνει στους εισαγγελείς της Αυλώνας, Aurel Zarka και Matilda Peza. Αποδεικνύεται ότι και αυτοί αγνοούν το νόμο και εξουσιοδοτούν την καταδίωξη, την υποκλοπή ακόμη και τη σύλληψη.
Κι έτσι, στις 9 Μαΐου, ο Αρσέν Ράμα προτείνει στον Μπελέρη μια λίστα 13 ατόμων που θα μπορούσαν να τον ψηφίσουν. Ο Μπελέρης διστάζει. Αυτό αποδεικνύεται και στη δικογραφία όπου υπάρχουν δηλώσεις του ψαρά «δεν μου απάντησε στο τηλέφωνο» και «δεν με περίμενε».
Μετά από αρκετές απορρίψεις, ο υποψήφιος δήμαρχος του λέει να συναντήσει τον Παντελή Κοκαβέση, ο οποίος ήθελε να δει απλώς τη λίστα και δεν έδωσε ποτέ χρήματα στον ψαρά για να εξαγοράσει αυτά τα 13 άτομα.
Όμως, σχέδιο αρχίζει να λειτουργεί.
Ο εισβολέας Αρσέν Ράμα και ο Παντελής Κοκαβέσης συναντώνται πολλές φορές μεταξύ 9 και 11 Μαΐου. Οι συνομιλίες και οι φωτογραφίες τους προβλήθηκαν και στη δίκη του Μπελέρη στο Δικαστήριο της Αυλώνας, ενώπιον της δικαστή Ντορίνα Στρόκα. Υπάρχουν μόνο υπαινιγμοί για εξαγορά ψήφων. Αλλά τίποτα περισσότερο από αυτό. Έδειξαν επίσης φωτογραφίες του Αρσέν Ράμα με τον Παντελή Κοκαβέση, δίπλα στην τουαλέτα ενός μπαρ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε απόδειξη για παροχή ή λήψη χρημάτων.
Ο μόνος ισχυρισμός ότι έλαβε χρήματα προέρχεται από τον ψαρά που ισχυρίζεται ότι έχει 40.000 λεκ (360 ευρώ) για τη λίστα των 13 ατόμων. Αυτοί οι 13 ανακρίθηκαν και από την εισαγγελία και αποδείχθηκε ότι δεν γνώριζαν τίποτα για αυτά τα παζάρια. Άρα, είναι μια ενέργεια, που έγινε εν βιασύνη, κακοφτιαγμένη, όχι από επαγγελματίες αλλά από ανθρώπους που ενήργησαν με πολιτικές εντολές.
Έτσι, περάστηκαν χειροπέδες στον Φρέντη Μπελέρη τρεις μέρες πριν τις εκλογές, χωρίς να αποδεικνύεται ότι είχε πληρώσει ως αντάλλαγμα για την ψήφο. Ακόμα και μέχρι τώρα δεν έχει παρουσιαστεί κάποιο βίντεο ή φωτογραφική εικόνα που να έχει παραδώσει αυτά τα λεφτά ακόμη και ο συνεργάτης του, Κοκαβέσης.