Όταν μπήκα για πρώτη φορά στον χώρο του Τύπου ερασιτεχνικά, με τρέχουσα την εκπαιδευτική και συγγραφική μου δραστηριότητα, πρέπει να είχα κατέβει από άλλον πλανήτη. Ίσως φανεί υπερβολικό, αλλά είναι αληθινό, γιατί βρέθηκα σ’ έναν κόσμο ξένο κι ανοίκειο προς αυτόν που περίμενα να συναντήσω.
Το μόνο ίσως που ανταποκρινόταν στις προσδοκίες μου ήταν το ”αναρχικό” πλεόνασμα δημιουργικότητας λίγων δημοσιογράφων/κειμενογράφων, οι οποίοι ξέφευγαν περιοδικά από το σύστημα κανόνων και εσωτερικής λογοκρισίας (την οποία ακολουθεί η πλειονότητα ιδιοκτητών του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου στην Ελλάδα) εκδηλώνοντας το ελεύθερο πνεύμα τους.
Ένα ελεύθερο πνεύμα που ακτινοβολούσε την ξεχωριστή ατομικότητά τους. Ένα ελεύθερο πνεύμα που δεν άντεχε πάντα τους περιορισμούς της συνεύρεσης Μέσων- κομμάτων και παραμάγαζων εξουσίας με ”ουρές” στον χώρο της δημοσιογραφίας και ξεσπάθωνε κατά της λογικής των συμβιβασμών με αέρα δημοκρατίας.
Κατά της λογικής των συμβιβασμών που νοθεύει τη δημοκρατία. Νοθεύει τις βασικές της αξίες (ελευθερία, ισότητα, αξιοκρατία και δικαιοσύνη), ξεφτίζοντας παράλληλα την ηθική και την φιλοπατρία. Τους πολύτιμους σηματωρούς για τους ιστορικούς του μέλλοντος οι οποίοι θα θελήσουν να καταγράψουν τη συμβολή του κάθε Μέσου στον χώρο του Τύπου.
Τη συμβολή του όχι με βάση την επωνυμία, την οικονομική ευρωστία και την πολιτική δύναμη του ιδιοκτήτη του, αλλά την αξιοπιστία, την ελευθερία της έκφρασης και την αντικειμενικότητα στο θέμα της πληροφόρησης και της άσκησης κριτικής του.
Την αντικειμενικότητα που σπανίως τη συναντάμε ατόφια, γιατί τις πλείστες όσες φορές εγκιβωτίζονται σε αυτήν μεγάλες δόσεις υποκειμενικότητας, η οποία μεθερμηνεύεται ως προσωπική ματιά του συγγραφέα.
Κάτι σύμφυτο με την αρθρογραφία, βέβαια, αρκεί να μην υπερβαίνει το μέτρο, γιατί – στην περίπτωση της πολιτικής – υπάρχει ο κίνδυνος (εξαιτίας της πλεονάζουσας υποκειμενικότητας) να μετατραπεί ένα άρθρο σε λίβελο (κείμενο με επιθετικό και μονοδιάστατο, στρατευμένο κομματικά χαρακτήρα) και να χάσει την αξιοπιστία και ”αξιοπρέπειά” του.
Πληγή, στην περίπτωση της στρατευμένης δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, είναι ο μη σεβασμός των κανόνων της δημοκρατίας από τους ιδιοκτήτες των ελληνικών Μέσων σε βάρος των ”ειλώτων” της αρθρογραφίας με τους οποίους συνεργάζονται, στην περίπτωση που αυτοί επιχειρήσουν να διαφοροποιηθούν απ’ τη πολιτική ή γεωπολιτική γραμμή τους.
Στην περίπτωση, ουσιαστικά, που αρνηθούν να ενταχθούν στις κάστες της κατευθυνόμενης πολιτικά αρθρογραφίας, οπότε η ιδιοκτησία των Μέσων τους ”καθαρίζει’΄’ ασκαρδαμυκτί (εν ριπή οφθαλμού, αστραπιαία).
Στην περίπτωση που αρνηθούν να συμβιβαστούν με τα κομματικά άλλοθι της κυρίαρχης ιδεολογίας των Μέσων και να υποκύψουν στην ”αλήθεια” του ολοκληρωτισμού των ιδιοκτητών τους. Ιδιοκτητών οι οποίοι μπορεί να έχουν συχνά ”παράσημα” αγώνων και ανάδειξής τους, αλλά στα δημοσιογραφικά ”σπίτια” τους συμπεριφέρονται αντιδημοκρατικά, σε βάση αυταρχισμού και λογοκρισίας…
Άλλοι, πάλι, των ελληνικών ΜΜΕ – διακατεχόμενοι από επεκτατική βουλιμία συστράτευσης και διαπλοκής με την εκάστοτε εξουσία ή την αντιπολίτευσή της – απλώνονται απερίσκεπτα επενδυτικά στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, παρ’ όλο που ήδη σηκώνουν στους ώμους τους χρέη εκατομμυρίων και γι’ αυτό αναζητούν εναγώνια υπαγωγή στον ”εξωδικαστικό συμβιβασμό”, ώστε να επιβιώσουν.
Περίπτωση Φιλιππάκη, ”επενδυτή” στην ”Ναυτεμπορική” το ’19, ο οποίος – αν και καταχρεωμένος – έδωσε συνέχεια στις φιλοδοξίες του φτιάχνοντας νε δανεικά καινούργια εταιρεία, στην οποία μεταβίβασε την ”Δημοκρατικός Τύπος” (προηγούμενη εταιρεία του) και την ”Εστία Επενδυτική”.
Ο ίδιος σήμερα εκδίδει τις εφημερίδες ”Δημοκρατία”, ”Espresso”, Εστία, Live Score και ”Ορθόδοξη Αλήθεια”, με τρέχουσες τις δανειακές του υποχρεώσεις απ’ το 2018 (15,34 εκατομμύρια ευρώ), λόγος αιτήματός του για συμβιβασμό με… ”κούρεμα” των δανείων του και αποπληρωμή σε 10 χρόνια.
Σε όλα αυτά τα βαρίδια που επωμίστηκε ο εν λόγω εκδότης είχε τη συνέργεια του κράτους, προφανώς, γι’ αυτό και η προ επταετίας αντιπολίτευση του Κυριάκου Μητσοτάκη τον αποκαλούσε ”Δούρειο Ίππος” του ΣΥΡΙΖΑ και ”φωνή” των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επί διακυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα.
Τώρα βέβαια, επί κυβερνώσας Κεντροδεξιάς, έχει διαμορφώσει ”προφίλ” εκφραστή της… Λαικής Δεξιάς (της αντιμητσοτακικής Κεντροδεξιάς, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, με εμβόλιμη στήριξη των άκρων περιοδικά) στα Μέσα ιδιοκτησίας του, όπου τοποθέτησε σε θέσεις-κλειδιά σηματωρούς της πάλαι ποτέ Καραμανλικής ηγεμονίας.
Ηγεμονίας που έγινε ήδη φτερό στον άνεμο απ’ το ’19 λόγω της ηγεμονίας του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Νέα Δημοκρατία. Του Μητσοτάκη που ”δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω”, προπάντων αν πρόκειται για ατασθαλίες στον χώρο των Μέσων και του Δημοσίου ή φαινόμενα οικονομικού ακροβατισμού σε αμφότερα.
Έτσι ένα πρωί — κι αφού είχε κοινοποιηθεί προ μηνός (Μάιος 2025) η πρόθεση του ομίλου Φιλιππάκη να επεκταθεί και στο ραδιόφωνο (”Δημοκρατία FM”, γνωστού ως ΑΡΤ FM από εικοσαετίας, ιδιοκτησιακή συχνότητα του κόμματος ΛΑ.Ο.Σ του Γιώργου Καρατζαφέρη, τον οποίο διέγραψε προ καιρού ο νυν αρχηγός του Φίλιππος Καμπούρης) — η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ (με ζητούμενα την ενδυνάμωση λογοδοσίας και διαφάνειας και την ενίσχυση των θέσεων των δημοσιογράφων έναντι των εργοδοτών τους) μια διάταξη που απαγορεύει εν ολίγοις τη λειτουργία ενός Μέσου με υπερχρεωμένη την ιδιοκτησία του.
Οι αριστεροδεξιοί συμπαραστάτες του Φιλιππάκη, φυσικά, ξεσηκώθηκαν κατά της κυβέρνησης χαρακτηρίζοντας φωτογραφικό κατά του εν λόγω εκδότη το νομοσχέδιο – ”προϊόν του καθεστωτικού επιτελικού κράτους του Κυριάκου Μητσοτάκη”.
Εννοείται ότι η πιο δυνατή φωνή βγήκε απ’ τις εφημερίδες του υπερχρεωμένου ιδιοκτήτη. Μέσα από πρωτοσέλιδα και άρθρα της εφημερίδας ”Δημοκρατία”, λόγου χάρη, του τύπου: ”Ξαφνικός θάνατος, το νέο δόγμα Μητσοτάκη στα ΜΜΕ”, κλπ, αν και η κυβέρνηση διαβεβαίωνε – δια του εκπροσώπου της – ότι δεν έχει σχέση με τη φίμωση του σταθμού και υποστήριζε ότι το κλείσιμο του ραδιοφωνικού σταθμού ”Δημοκρατία FM” ήταν απόφαση του ΕΣΡ, δηλαδή του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.
Σε κάθε περίπτωση, εκτιμώ, ότι κακώς ο επιχειρηματίας κ. Φιλιππάκης – υπό το βάρος της υπέρογκης δανειοδότησής του – έβαλε μπρος την εφαρμογή των σχεδίων του για περαιτέρω επέκταση θεωρώντας δεδομένη (όπως γινόταν επί ΣΥΡΙΖΑ) την άδεια για το νέο ενημερωτικό ραδιόφωνο της Αττικής, που θα έδινε – όπως ακουγόταν – έμφαση στον πολιτισμό, τον αθλητισμό, την πολιτική και την ψυχαγωγία.
Το ραδιόφωνο το οποίο κακώς αγόρασε και στελέχωσε πρόωρα ο κ. Φιλιππάκης (ίσως γιατί βιαζόταν να διευρύνει και… εναέρια το ”πυρ ομαδόν” κατά Μητσοτάκη) με συνεργάτες επώνυμους εκπροσώπους του Τύπου. Του Τύπου ο οποίος βρίσκεται σε αναβρασμό αυτόν τον καιρό, καθώς υπάρχουν Μέσα που δίνουν μάχη επιβίωσης, προσπαθούν να μη χρεοκοπήσουν, ενώ έχουν να καταβληθούν μήνες οι μισθοί των εργαζομένων σ’ αυτούς.
Του Τύπου που πατάει στην πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών και έχει επιλεκτική μνήμη. Το λέω αυτό, γιατί πολλοί ιδιοκτήτες (από αυτούς οι οποίοι καταφέρονται σήμερα με βαρείς χαρακτηρισμούς κατά της κυβέρνησης) φαίνεται να έχουν ξεχάσει τα έργα και τις ημέρες της ”Κυβερνώσας Αριστεράς” του Αλέξη Τσίπρα (2015-2019), με αφορμή την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών και τον ”διαγωνισμό αδειών”.
Με αφορμή τη δημιουργία ”βοσκοτόπων” από χρεοκοπημένα επιχειρηματικά συμφέροντα (προσκείμενα στον ΣΥΡΙΖΑ), με σκοπό να καλύψουν τα σχέδιά τους για την αγορά ΜΜΕ κάνοντας στρατηγικούς και οικονομικούς ελιγμούς οι οποίοι αποδείχτηκαν, τελικά, αμφιλεγόμενοι και διαπλεκόμενοι με την εξουσία.
Κι αυτό γιατί, με κάλυψη της εξουσίας, έγινε στημένος ”διαγωνισμός αδειών”, σύμφωνα με τις αποφάσεις του οποίου πήραν άδειες μόνο τα κανάλια των οποίων οι ιδιοκτήτες είχαν στενές σχέσεις με την τότε κυβέρνηση, ενώ οι δανειακές υποχρεώσεις αυτών έγιναν γαργάρα από εκείνην.
Δεδομένων αυτών, ήταν ενδεδειγμένη η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να επιβάλει αυστηρούς κανόνες και περιορισμούς στα συμφέροντα ιδιοκτητών ΜΜΕ, οι οποίοι – πέραν του ότι διαπλέκονται με κόμματα – χειραγωγούν ιδεολογικά τον κόσμο που τα διαβάζει σε βαθμό διχασμού, με παρενεργειες στην εθνική ενότητα και τη δημοκρατία.
Και, επιπλέον, γίνονται αφερέγγυοι πολίτες στο θέμα των δανειακών τους υποχρεώσεων, αφού τα ”κόκκινα δάνειά” τους στις ελληνικές τράπεζες βάζουν σε κίνδυνο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα (το οποίο έκανε αγώνα για να ανακάμψει μετά τα πέτρινα χρόνια των μνημονίων), με σοβαρό αντίκτυπο στην εθνική οικονομία, όταν αυτοί χρεοκοπήσουν…