Το 2007 η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή με το Προεδρικό Διάταγμα Π.Δ. 1/07 καθιέρωσε την Ημέρα Μνήμης των Εθνικών μας Ευεργετών, η οποία εορτάζεται στις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους.
Εθνικοί ευεργέτες ονομάζονται οι εύποροι Έλληνες, οι οποίοι από την άλωση της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια δαπάνησαν ή κληροδότησαν το σύνολο ή μεγάλο μέρος της περιουσίας τους για κοινωφελείς σκοπούς, συμβάλλοντας έτσι ουσιαστικά και σημαντικά στην πνευματική ανάπτυξη και στην κοινωνική πρόοδο του ελληνικού Έθνους. Κατά τον 18ο αιώνα, όταν με το εμπόριο και τη διασπορά του ελληνισμού στο εξωτερικό άρχισε να σχηματίζεται μια τάξη πλουσίων, χρονολογούνται οι πρώτες δωρεές για κοινωνικούς σκοπούς στη σκλαβωμένη Ελλάδα. Τότε η έννοια του δωρητή πήρε τη διάσταση του ευεργέτη.
Η λέξη ευεργέτης είναι αρχαία και εμφανίζεται για πρώτη φορά στον Σοφοκλή. Από τα μέσα του 18ου αιώνα τα κοινωνικά κηρύγματα που κυριαρχούσαν στην Ευρώπη τόνωσαν περισσότερο τις συγκεκριμένες αντιλήψεις των Χριστιανών Ελλήνων. Η προσφορά των πλούσιων πήρε και ευρύτερο κοινωνικό νόημα, που ενίσχυε το φιλάνθρωπο ρεύμα στην υπόδουλη χριστιανοσύνη. Το ρεύμα αυτό βοήθησε έπειτα και στην προσφορά για καθαρά εθνικούς, απελευθερωτικούς σκοπούς το Γένος. Άλλωστε αυτό το επιχείρημα, του (δια) φωτισμού του λαού χρησιμοποίησαν και οι Φιλικοί για την πραγματοποίηση εράνων υπέρ του σκοπού της ανεξαρτησίας (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, Τ.9, έκδοση 2005).
Μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, το ρεύμα αυτό μετουσιώθηκε στη χρηματοδότηση έργων κοινής ωφελείας, καθώς τα οικονομικά της χώρας δεν ήταν σε καθόλου καλή κατάσταση. Σε όλα αυτά τα χρόνια αναδείχτηκαν μεγάλοι και σπουδαίοι εθνικοί ευεργέτες, τα ονόματα των οποίων συνδέθηκαν στενά με την ιστορία της νεότερης Ελλάδας.
Ποιοι ήταν οι πρώτοι εθνικοί ευεργέτες;
Ο Κερκυραίος Θωμάς Φλαγγίνης (1578 – 1648), που με 171.715 δουκάτα που άφησε με τη διαθήκη του ιδρύθηκε το Ελληνικό Φροντιστήριο στη Βενετία, σχολείο για άπορα, κυρίως, Ελληνόπουλα που λειτούργησε από το 1662 ως το 1905 και ο Βεροιώτης Ιωάννης Κωττούνιος (1577 – 1658), που ίδρυσε το 1653 στην Πάντοβα το «Κωττούνειο ή Κωττουνιανό Ελληνομουσείον», ως παράρτημα του πανεπιστημίου της πόλης και στο οποίο σπούδαζαν Έλληνες ως το 1797 θεωρούνται δύο από τους πρώτους σπουδαίους ευεργέτες του νεότερου ελληνισμού. Αυτός όμως που δικαιούται να φέρει τον τίτλο του πρώτου Έλληνα εθνικού ευεργέτη ήταν ο Μανωλάκης Καστοριανός (περ. 1620 – 1699). Το πραγματικό του ονοματεπώνυμο ήταν Εμμανουήλ Φιλίππου και, προφανώς, το Καστοριανός, οφείλεται στην καταγωγή του από τη μακεδονική πόλη (Καστοριά).
Ήταν έμπορος γουναρικών και γύρω στο 1660 τον συναντάμε στην Κωνσταντινούπολη ως «αρχιγούναρη», να ηγείται δηλαδή της ισχυρής συντεχνίας των γουναράδων. Μάλιστα ήταν προμηθευτής γουναρικών και της Αυλής του σουλτάνου Μεχμέτ Δ! Από το γουνεμπόριο, ο Καστοριανός απέκτησε μεγάλη περιουσία την οποία διέθεσε για την ίδρυση σχολείων και άλλους κοινωφελείς σκοπούς. Το 1661 (ή το 1662) επανίδρυσε την Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης, για την οποία όχι μόνο αγόρασε Κτίριο στο Φανάρι, αλλά ανέλαβε να χρηματοδοτεί τρεις δασκάλους και να καλύπτει τα χρήματα που απαιτούνταν για τη διαμονή και διατροφή δώδεκα μαθητών στη Σχολή!
Ο Καστοριανός επίσης ίδρυσε και προικοδότησε με σημαντικά ποσά ελληνικά σχολεία στη Χίο (1661), στην Άρτα (1669), στην Πάτμο και το Αιτωλικό. Ήταν ίσως τα μόνα σχολεία που λειτουργούσαν τότε στον ελλαδικό χώρο. Έκανε επίσης σημαντικές δωρεές στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και στα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Τέλος κατέβαλε το ποσό που χρειαζόταν για την ανακατασκευή του ναού της Γέννησης στη Βηθλεέμ, ενώ το 1691 παρέδωσε στον Πατριάρχη Καλλίνικο ένα συμπληρωματικό ποσό για τη λειτουργία της Πατριαρχικής Σχολής. Ένα πατριαρχικό σιγίλιο του 1663 αποτυπώνει πλήρως την προσφορά του Καστοριανού, καθώς τον χαρακτηρίζει «… ως άλλον τινά χρυσορρόαν Νείλον, τοις της ελεημοσύνης ρεύμασι την οικουμένην καταρδεύοντα». Λίγο αργότερα, οι Ηπειρώτες Ιωάννης και Λάμπρος Μαρούτσης, Επιφάνιος Ηγούμενος και Ζώης Καπλάνης και οι αδελφοί Ζωσιμάδες ίδρυσαν στα Ιωάννινα ανώτερες Σχολές που λάμπρυναν την πρωτεύουσα της Ηπείρου του 18ο και τον 19ο αιώνα.
Οι εθνικοί ευεργέτες μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους
Η παιδεία ήταν πάντα ο κυριότερος στόχος των δωρεών και των κληροδοτημάτων των εθνικών ευεργετών και μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους. Τα κτίρια και ο εξοπλισμός των κυριότερων εκπαιδευτικών και πνευματικών ιδρυμάτων της χώρας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό σε τέτοιου είδους δωρεές. Παραθέτουμε τα ιδρύματα αυτά και σε παρένθεση τα ονόματα των βασικών χρηματοδοτών τους: Πανεπιστήμιο Αθηνών (Δομπόλης, Τοσίτσας, Βερναρδάκης) , Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Τοσίτσας, Στουρνάρας, Αβέρωφ), Ακαδημία Αθηνών (Σίνας), Πάντειο Πανεπιστήμιο (Πάντος), Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή (Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης), Βαρβάκειο (Βαρβάκης), Αρσάκειο (Αρσάκης), Μαράσλειος Παιδαγωγική Ακαδημία (Μαρασλής), Ωδείο Αθηνών (Αριστάρχης και Αβέρωφ), Αστεροσκοπείο (Σίνας), Εθνική Βιβλιοθήκη (αδελφοί Βαλλιάνοι), Γεννάδειος Βιβλιοθήκη (αδελφοί Γενναδίου), Ζάππειο Μέγαρο (δωρεά εξαδέλφων Ζάππα), Δημοτικό Θέατρο Αθηνών και Μουσείο Ολυμπίας και Δελφών (Συγγρός), Μουσείο Μπενάκη, Μπενάκειος Βιβλιοθήκη και Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο Κηφισιάς (Εμμανουήλ Μπενάκης). Παράλληλα, σημαντικές δωρεές έγιναν υπέρ κοινωφελών σκοπών. Έτσι ιδρύθηκαν νοσοκομεία (Γ. Σταύρου, Χατζηκώστας) , φυλακές (Αβέρωφ, Συγγρός) , υπέρ της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων (Ζάππας), του Παναθηναϊκού Σταδίου και του Πολεμικού Στόλου (Αβέρωφ), της Εθνικής Τράπεζας (Σταύρου, Σίνας), του μητροπολιτικού ναού (Σίνας) κ.ά.
Και πέρα από τα σύνορα του ελληνικού κράτους όμως, στον χώρο του αλύτρωτου και του απόδημου ελληνισμού, πολλοί εθνικοί ευεργέτες κληροδότησαν τεράστια χρηματικά ποσά για τη δημιουργία ιδρυμάτων τα οποία απέβλεπαν στη συντήρηση και την ενίσχυση της εθνικής συνοχής. Έτσι, ο Τοσίτσας, ο Στουρνάρας και ο Αβέρωφ φρόντισαν όχι μόνο για την ενίσχυση της ιδιαίτερης πατρίδας τους, του Μετσόβου, αλλά και της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, στην οποία έζησαν και πλούτισαν.
Ο Κωνσταντίνος Ζάππας ίδρυσε το ιστορικό Ζάππειο Παρθεναγωγείο της Κωνσταντινούπολης (1875) και δεκάδες άλλα σχολεία στην Ήπειρο και τη Θράκη. Σχολεία ίδρυσαν επίσης ο Γ. Μαρασλής στην Οδησσό, στη Θεσσαλονίκη, στην Κωνσταντινούπολη, στη Φιλιππούπολη και στην Κέρκυρα. Με χρήματα του Χρηστάκη Ζωγράφου ιδρύθηκε το Ζωγράφειο Γυμνάσιο της Κωνσταντινούπολης. Ο Ζωγράφος ήταν επίσης και ο πρώτος αθλοθέτης των διαγωνισμών για τη συλλογή γλωσσικού και λαογραφικού υλικού από τον χώρο του αλύτρωτου ελληνισμού. Τέλος, υπέρ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των εκπαιδευτικών και κοινωφελών ιδρυμάτων που εξαρτώνται από αυτό και υπέρ των φιλανθρωπικών «καταστημάτων» της Κωνσταντινούπολης άφησαν σημαντικά κληροδοτήματα οι Γ. και Ν. Ζαφείρης, Π. Στεφάνοβικ – Σκυλίτσης, Ευγενίδης, Σ. Σινιόσογλου κ.ά.
Σύγχρονοι εθνικοί ευεργέτες
Από τους σύγχρονους ευεργέτες αναφέρουμε τον Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος με τη διαθήκη του άφησε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για τη δημιουργία του κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Ωνάσης», τον Σταύρο Νιάρχο, που διέθεσε τα χρήματα για το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», τον Ιωάννη Λάτση, την οικογένεια Αγγελόπουλου με τεράστια προσφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (μάλιστα ο Παναγιώτης της Αγγελόπουλος ανακηρύχθηκε Μέγας Ευεργέτης) κ.ά. Γενικότερα, οι εθνικοί ευεργέτες φρόντισαν στο πέρασμα των αιώνων να ιδρύσουν εκπαιδευτικά και ευαγή ιδρύματα παντού όπου υπήρχε ελληνισμός: από τη Βόρεια Ήπειρο ως την Καππαδοκία και από την Τραπεζούντα ως την Κύπρο και την Αίγυπτο
(Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τόμος 9, Έκδοση 2005).
Ηπειρώτες εθνικοί ευεργέτες
Ένα από τα πολλά σημαντικά χαρίσματα των Ηπειρωτών είναι η παράδοση της ευεργεσίας. Με πολύ μόχθο και τιμιότητα, ξεκινώντας από τα φτωχά χωριά τους οι Ηπειρώτες ταξίδεψαν σε διάφορες χώρες του εξωτερικού και απέκτησαν τεράστιες περιουσίες, μεγάλο μέρος των οποίων δαπάνησαν για να βοηθήσουν την ιδιαίτερη πατρίδα τους και όχι μόνο.
Τα ξερά και άγονα εδάφη της Ηπείρου ήταν μια από τις αιτίες για τις οποίες χιλιάδες «παιδιά» της ξενιτεύτηκαν. Όπου κι αν πήγαν, όσο ψηλά κι αν έφτασαν, ποτέ δεν ξέχασαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους, αλλά και την Ελλάδα.
Όπως γράφει εύστοχα ο Χρήστος Τσέτσης για τους εθνικούς ευεργέτες, το «εθνωφελές έργο τους – που αποδεικνύει την αταλάντευτη και σταθερή προσήλωσή τους στις εθνικές παραδόσεις – είναι μεγάλο και θαυμαστό και η κοινωφελής δράση τους μεγάλης ευρύτητας και πανεθνικής εμβέλειας».
Αν και μετά την εθνική παλιγγενεσία του 1821 η Ήπειρος έμεινε έξω από τα όρια του ελληνικού κράτους ως το 1913 (ένα τμήμα της, ως το παλιό γεφύρι της Άρτας εντάχθηκε στην Ελλάδα το 1881), οι απανταχού ξενιτεμένοι Ηπειρώτες χρηματοδότησαν την ανέγερση μεγαλοπρεπών και περικαλλών οικοδομημάτων στην Αθήνα (Ακαδημία, Αστεροσκοπείο, Ζάππειο, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών), τα οποία αποτέλεσαν πνευματικές εστίες της νέας Ελλάδας.
Μεγάλους και μικρούς ευεργέτες ανέδειξαν τόσο η σημερινή ελλαδική Ήπειρος όσο και η Βόρεια Ήπειρος.
Η «φτωχή» Ήπειρος, που δυστυχώς παραμένει σε μεγάλο βαθμό παραμελημένη μέχρι σήμερα, ανέδειξε πολλούς σημαντικούς εθνικούς, αλλά και τοπικούς ευεργέτες και δίκαια αποκλήθηκε «εύανδρος». Όλοι σχεδόν νομίζουν ότι οι Ηπειρώτες ευεργέτες είναι μεν σημαντικοί, αλλά λίγοι. Στο βιβλίο του «ΟΙ ΗΠΕΙΡΩΤΕΣ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ» που εκδόθηκε στα Ιωάννινα το 2004, ο Χρήστος Σ. Τσέτσης, μετά από μακροχρόνια έρευνα στα αρχεία της Μητροπόλεως Ιωαννίνων, Δήμων και τοπικών κοινοτήτων της Ηπείρου, καταγράφει περίπου τριακόσιους εθνικούς και τοπικούς Ηπειρώτες ευεργέτες, αριθμό πραγματικό ασύλληπτο!
Οι αδελφοί Ζωσιμάδες και ο Γεώργιος Χατζηκώστας από τα Γιάννενα, οι Μάνθος και Ζώης Καπλάνης από το Γραμμένο, οι Μάνθος και Γεώργιος Ριζάρης από το Μονοδένδρι Ζαγορίου, οι Μιχαήλ Τοσίτσας, Νικόλαος Στουρνάρας και Γεώργιος Αβέρωφ από το Μέτσοβο, οι Βορειοηπειρώτες Απόστολος Αρσάκης από τη Χοταχόβα της Πρεμετής, Χρηστάκης Ζωγράφος από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου, Ευάγγελος και Κωνσταντίνος Ζάππας από το Λάμποβο, Γεώργιος και Σίμων Σίνας από τη Μοσχόπολη, και ο Ιωάννης Μπάγκας από την Κορυτσά είναι οι σημαντικότεροι Ηπειρώτες εθνικοί ευεργέτες.
Ιωάννης Δομπόλης: ένας αδικημένος Ηπειρώτης εθνικός ευεργέτης και… το χρέος της Ρωσίας
Θα χρειαζόμασταν πολλά άρθρα για να γράψουμε αναλυτικά την προσφορά των Ηπειρωτών εθνικών ευεργετών.
Θα αναφερθούμε σήμερα σε έναν από αυτούς, ο οποίος είναι μάλλον άγνωστος και αδικημένος. Πρόκειται για τον Ιωάννη Δομπόλη (1769-1850). Γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας. Πατέρας του ήταν ο Τριαντάφυλλος Δομπόλης, πλούσιος δερματέμπορος που είχε γεννηθεί στο Δεσποτικό Ιωαννίνων και κατέθεσε το 1818 στο θησαυροφυλάκιο της Μόσχας 5.000 αργυρά ρούβλια με εντολή οι ετήσιοι τόκοι να κατατίθενται για κοινωφελείς σκοπούς. Ο γιος του Ιωάννης το 1809 γνωρίστηκε με τον Ι. Καποδίστρια με τον οποίο συνδέθηκε με στενή φιλία. Το 1818 ανέλαβε τη διαχείριση των οικονομικών της «Φιλομούσου Εταιρείας» που είχε ιδρυθεί στη Βιέννη από τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον Μητροπολίτη Ιγνάτιο και τον Άνθιμο Γαζή. Το 1827 έλαβε πρόσκληση από τον φίλο του Ι. Καποδίστρια να τον ακολουθήσει στην Ελλάδα.
Ο Δομπόλης ανέλαβε καθήκοντα Γενικού Ταμία του κράτους, με μηνιαίες αποδοχές 800 γρόσια, από τα οποία «ουδε οβολόν εδέχθη, χαρίζοντάς τα εις το Έθνος».
Λόγοι υγείας τον υποχρέωσαν το 1829 να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να εγκατασταθεί εκ νέου στη Ρωσία, όπου και πέθανε. Στις 4/2/1849 ο Δομπόλης με τη διαθήκη του που συνέταξε στην Αγία Πετρούπολη διέθεσε 815.000 χάρτινα ρούβλια «προς ανίδρυσιν εν Αθήναις ή εν οποιαδήποτε άλλη πόλει, ήτις εσταί πρωτεύουσα της Ελλάδος, τω 1906. Πανεπιστημίου ονομασθησομένου Καποδιστριακού».
Ο Δομπόλης δηλαδή χρηματοδότησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το οποίο ζήτησε να ονομαστεί Καποδιστριακό, στη μνήμη του φίλου του Ιωάννη Καποδιστριακό και όχι Δομπόλειο(v), όπως θα ήταν αναμενόμενο. Σύμφωνα με τη διαθήκη του Δομπόλη με, το κεφάλαιο που θα σχηματιστεί με ανατοκισμό ύστερα από 50 χρόνια θα καλυφθούν όλες οι ανάγκες του Ιδρύματος. Τα χρήματα κατατέθηκαν από τον Δομπόλη στην αυτοκρατορική Τράπεζα της Ρωσίας. Δυστυχώς, η ρωσική κυβέρνηση δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της και έδωσε στην Ελλάδα λιγότερο από το 50% του κεφαλαίου από τα χρήματα του Δομπόλη!
Το 1906 μετέφερε στην Ελλάδα 1.000.000 δραχμές και ως το 1916 άλλα 2.500.000 δραχμές σε δόσεις. Το 1917 η μεταφορά χρημάτων σταμάτησε και, φυσικά, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση η Ελλάδα δεν έλαβε απολύτως τίποτα από τη διαθήκη του Δομπόλη…
Ένας ακόμη ευεργέτης του Πανεπιστημίου Αθηνών ήταν ο Αντώνιος Παπαδάκης (1810 – 27 Δεκεμβρίου 1878),από το Ψυχρό Λασιθίου. Απέκτησε περιουσία στην Βεσαραβία και όταν εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, κληροδότησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το κτίριο της Πανεπιστημιακής Λέσχης και όλα τα άλλα περιουσιακά του στοιχεία για υποτροφίες σε φοιτητές.
Ο πατέρας του Φραγκιός Παπαδάκης σφαγιάστηκε από τους Τούρκους το 1823 και τα τρία παιδιά του(Εμμανουήλ, Αντώνιος και Ιωάννης) πουλήθηκαν ως σκλάβοι στην Αίγυπτο. Ο Αντώνιος κατάφερε να δραπετεύσει και πλούτισε. Τα δύο αδέρφια του ασπάστηκαν το Ισλάμ. Ο Εμμανουήλ έφτασε να γίνει Υπουργός ‘Αμυνας της Αιγύπτου και ο Ιωάννης, Αρχηγός της Χωροφυλακής της Αλεξάνδρειας. Το 1867 ο Εμμανουήλ, ως Ισμαήλ πασάς Παπαδάκης πλέον, στάλθηκε στην Κρήτη για να καταπνίξει την εξέγερση των συμπατριωτών του! Βρέθηκε στο Οροπέδιο Λασιθίου, τη γενέτειρά του και πολέμησε εναντίον των κατοίκων της περιοχής. Στον τόπο που γεννήθηκε, έχασε τη ζωή του, με μυστηριώδη τρόπο. Κάποιοι αναφέρουν ότι αυτοκτόνησε(1867). Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο Αντώνιος Παπαδάκης είχε βρει τα αδέρφια του, που όμως ακολούθησαν στην Αίγυπτο ως μουσουλμάνοι πλέον, τη δική τους πορεία…
Κ.Κ.Ε. κατά «εθνικών ευεργετών»!
Θα περίμενε κανείς ότι όλοι οι πολιτικοί χώροι θα αναγνώριζαν την τεράστια προσφορά των εθνικών ευεργετών προς τη χώρα μας. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Το Κ.Κ.Ε. το οποίο αντιτάχθηκε και στην καθιέρωση της «Ημέρας Μνήμης των Εθνικών Ευεργετών», θεωρεί ότι αυτοί «πλούτισαν από τις σάρκες του λαού». Ενδεικτικά είναι όσα είπε στην ομιλία του στη Βουλή, ο βουλευτής του Κ.Κ.Ε. Νίκος Καραθανασόπουλος στις 27 Αυγούστου 2013.
«Η κυβέρνηση τιμά, όπως είπε, τους εθνικούς ευεργέτες. Ποιοι είναι αλήθεια αυτοί οι επονομαζόμενοι εθνικοί ευεργέτες, αυτοί, τουλάχιστον, στους οποίους το αστικό κράτος απέδωσε αυτόν τον τίτλο;
Βεβαίως, υπήρξαν και πάρα πολλοί ‘Ελληνες – οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι άγνωστοι και είναι και από το εξωτερικό – οι οποίοι στήριξαν μέσω δωρεών τις ανάγκες της νεολαίας και της λαϊκής οικογένειας για μόρφωση ή για υγεία ή για αποκατάσταση ή και για πολιτισμό. Και αυτοί, βεβαίως, δεν έχουν λάβει τον τίτλο του εθνικού ευεργέτη, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ενδεχομένως. Είναι αυτοί οι οποίοι δώρισαν τις περιουσίες τους, χωρίς να ζητάνε αντάλλαγμα. Είναι αυτοί οι οποίοι δώρισαν τις περιουσίες τους, χωρίς να θέλουν να ξεπλύνουν τα εγκλήματά τους. Γιατί, βεβαίως, για το αστικό κράτος δεν αποτελεί εθνικό ευεργέτη ο Ρήγας Βελεστινλής, που έδωσε το σύνολο της περιουσίας του για το μεγάλο διαφωτιστικό του έργο, αλλά και την ίδια τη δική του τη ζωή.
Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους εθνικούς ευεργέτες, τους οποίους τιμάτε, κύριε υπουργέ, αλλά και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης ακόμη – άκουσα τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο των Ανεξάρτητων Ελλήνων – ήταν πλούσιοι αστοί σε παροικίες του εξωτερικού, που συνέβαλαν στην οικοδόμηση του αστικού κράτους και που με τριάντα αργύρια ξέπλυναν τα εγκλήματα τα οποία έκαναν σε βάρος της χώρας, αλλά και του λαού της.
Τιμάτε, αλήθεια, τον Ανδρέα Συγγρό; Για τα Λαυρεωτικά ποιος ήταν υπεύθυνος, που οδήγησε στη χρεοκοπία και την καταστροφή χιλιάδων Ελλήνων, που οδήγησε σε μαζικές αυτοκτονίες; Τιμάτε αυτόν ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες για να οδηγηθεί η χώρα στη χρεοκοπία το 1893, προκειμένου να αποκτήσει νέα τραπεζικά προνόμια και πρόσβαση στην Εθνική Τράπεζα και ο οποίος, βεβαίως, είχε τιμηθεί και από τον ίδιο το Σουλτάνο, δύο φορές μάλιστα; Δηλαδή, τιμάτε αυτόν που ο Κορδάτος χαρακτήρισε μηχανορράφο και επιδέξιο πολιτικάντη. ‘Αλλοι τον έλεγαν λωποδύτη φιλάνθρωπο, ενώ ο Τύπος της εποχής τον ονόμαζε χρυσοκάνθαρο. Αυτόν τιμάτε;».
Να μην ξεχνάμε την ιστορία του καθενός
Συνεχίζοντας, ο Ν. Καραθανασόπουλος είπε:
«Τιμάτε αλήθεια τον εθνικό ευεργέτη Τοσίτσα; Ο Μπραΐμης είχε έναν πολύτιμο συνεργάτη, το μεγαλέμπορο της Αιγύπτου Τοσίτσα. Ηταν φίλος του πατέρα του, του Μεχμέτ Αλή, και είχε στην Αίγυπτο εκτάσεις ολόκληρες. Αυτός, λοιπόν, στάθηκε το δεξί χέρι του Μπραΐμη. ‘Εγραφε δεξιά και αριστερά, καλώντας το λαό να προσκυνήσει! ‘Ηταν ο αρχηγός της επιμελητείας του αιγυπτιακού στρατού και ο άνθρωπος αυτός θησαύριζε με το αίμα και τις σάρκες του ελληνικού λαού. Αυτός, λοιπόν, ο κατάπτυστος προδότης εξαγόρασε τον τίτλο του εθνικού ευεργέτη! Αυτούς τιμάτε;
Τιμάτε τους αστούς του παροικιακού κεφαλαίου, που έγιναν τσιφλικάδες, οι οποίοι αγόρασαν από το Σουλτάνο τεράστιες εκτάσεις πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και οι οποίοι όχι μόνο πλούτισαν από τον ιδρώτα, αλλά και από το ίδιο το αίμα των κολίγων; Τιμάτε τον Ζάππα, τον Ζαρίφη, τον Στεφάνοβικ, τον Ζωγράφο, που είχε τον τίτλο του εφέντη και ήταν από τους πιο στυγνούς τσιφλικάδες της περιοχής, πρωταγωνιστής κάθε δίωξης ενάντια στους κολίγους και στο Κιλελέρ; Η μήπως τιμάτε τον Ζαχάρωφ και τον Μποδοσάκη, που ήταν προμηθευτές και του ελληνικού και του τουρκικού στρατού ταυτόχρονα, ή τους σύγχρονους, όπως τον Λάτση και το έγκλημά του στην ΠΕΤΡΟΛΑ;
Απ’ αυτήν την άποψη πρέπει ορισμένα πράγματα να μπαίνουν στην πραγματική τους διάσταση και να μην ξεχνάμε την ιστορία του καθενός».
Ας δεχτούμε ότι σε κάποια θέματα, όπως σε όσα αναφέρει για τον Ανδρέα Συγγρό, το Κ.Κ.Ε. έχει δίκιο. Ποιοι πλούτισαν από τις σάρκες του λαού όμως; Πόσοι από τους εθνικούς ευεργέτες είχαν οικονομικές συναλλαγές με το ελληνικό κράτος; Ο Μάνθος Ριζάρης που έκανε περιουσία στη Μόσχα και πρόσφερε 40.000 ρούβλια στον Αλέξανδρο Υψηλάντη και στη Φιλική Εταιρεία είχε το συνθηματικό Πρόθυμος καθώς έδινε πάντα όσα χρήματα του ζητούνταν; Ο αδελφός του Γεώργιος, που εκτός από την προσφορά του στην Επανάσταση του 1821 φρόντισε για την ίδρυση του Ριζαρείου Ιερατικής Σχολής που λειτουργεί αδιάλειπτα από το 1844 ως σήμερα;
Ο Γεώργιος Σταύρου που ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας και πρόσφερε τεράστια ποσά για αγαθοεργίες; Ο Σίμων Σίνας που ζούσε στη Βιέννη και έδωσε τα χρήματα για το Αστεροσκοπείο Αθηνών και το επιβλητικό κτίριο της Ακαδημίας; Ο Γεώργιος Αβέρωφ, χωρίς τη δωρεά του οποίου για το θρυλικό θωρηκτό Αβέρωφ, είναι αβέβαιο αν θα είχαν ελευθερωθεί τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου; Ποιοι ήταν οι άγνωστοι εθνικοί ευεργέτες; Και τελικά, το κόμμα του Περισσού μήπως θεωρεί εθνικούς ευεργέτες όσους πρόσφεραν χρήματα για το «Σπίτι του Λαού», τους συνδρομητές του «Ριζοσπάστη» και όσους αγοράζουν κουπόνια του κόμματος;
Επίλογος
Κλείνουμε το άρθρο αυτό με ένα απόσπασμα όσων γράφει ο Ομότιμος Καθηγητής Θεολογίας του ΑΠΘ Μιχαήλ Τρίτος στον πρόλογο του βιβλίου του Χρήστου Τσέτση:
«Για την εποχή μας από την οποία λείπει το πνεύμα της φιλαλληλίας, συνάμα δε κυριαρχούν η μόνωση αντί της ενότητας, η αλλοτρίωση αντί της αλληλοπεριχωρήσεως, η απαίτηση αντί της θυσίας, η απιστία αντί της πιστότητας, οι φωτεινές μορφές των Ηπειρωτών ευεργετών αποτελούν μια κρίση και ένα έναυσμα σοβαρού και ουσιαστικού προβληματισμού. Κυρίως όμως αποτελούν πρόκληση στους Κροίσους της εποχής μας, οι οποίοι κλεισμένοι στα στεγανά της κακώς νοούμενης αυτάρκειας αδιαφορούν για τον πόνο και τη δυστυχία που υπάρχουν γύρω μας».
Πηγή:Χρήστου Σ. Τσέτση «ΟΙ ΗΠΕΙΡΩΤΕΣ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ», Ιωάννινα 2004
Μιχάλης Στούκας – protothema.gr