H ιταλική κατοχή στα Δωδεκάνησα – Οι «υπόγειες» συζητήσεις για τα Δωδεκάνησα στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – Οι διαπραγματεύσεις για τα Δωδεκάνησα στο Παρίσι και η τελική απόφαση (1946) – Η παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα από τους Βρετανούς και η επίσημη ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα (7 Μαρτίου 1948)
Πριν λίγες μέρες, στις 7 Μαρτίου, συμπληρώθηκαν 75 χρόνια από την επίσημη ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα (7 Μαρτίου 1948). Η τραγωδία των Τεμπών και όλα όσα μαθαίνουμε κάθε μέρα γι’ αυτή, είχαν σαν αποτέλεσμα να μην δοθεί η έκταση που πρέπει στο συγκεκριμένο γεγονός. Με μια μικρή καθυστέρηση λίγων ημερών, παρουσιάζουμε σήμερα στο protothema.gr ένα άρθρο για το, ιστορικής σημασίας θεωρούμε, αυτό γεγονός για τη χώρα μας.
Τα Δωδεκάνησα υπό ιταλική κατοχή
Με την έναρξη του Ιταλοτουρκικού πολέμου το 1911, οι Ιταλοί εκτός από την Τριπολίτιδα, το Φεζάν (σημερινή ΝΔ Λιβύη) και την Κυρηναϊκή που κατέλαβαν από τους Οθωμανούς, αναζήτησαν και άλλους στόχους στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Αρχικά υπήρξε σκέψη για επιχειρήσεις στα παράλια της Αδριατικής ή ακόμα και τη Μακεδονία. Μάλιστα η επιχείρηση για κατάληψη της Θεσσαλονίκης συζητήθηκε αρκετά, όπως και η κατάληψη των Στενών. Και οι δύο αυτοί σχεδιασμοί όμως έμειναν στα χαρτιά, καθώς για όλες τις παραπάνω περιοχές υπήρχε έντονο ενδιαφέρον και από τις μεγάλες ευρωπαϊκές Δυνάμεις.
Έτσι η Ιταλία στράφηκε στις Νότιες Σποράδες, όπως ονομάζονταν τότε τα Δωδεκάνησα. Στις 27 Φεβρουαρίου/ 12 Μαρτίου 1912 στην εφημερίδα “Journal” των Παρισίων δημοσιεύθηκε η πληροφορία ότι η Ιταλία σκεφτόταν τρόπους για κατάληψη νησιών του Αρχιπέλαγους. Τα Δωδεκάνησα, μετά από πολλές περιπέτειες αποτελούσαν τότε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο πανίσχυρος, ιταλικός στόλος ξεκίνησε τις επιχειρήσεις του από την Αστυπάλαια στις 15/28 Απριλίου 1912 και τις ολοκλήρωσε στην Κω στις 7/20 Μαΐου 1912. Όλα τα Δωδεκάνησα, εκτός από το Καστελλόριζο, περιήλθαν σε ιταλική κατοχή, παρά το γεγονός ότι οι κάτοικοί τους στη συντριπτική τους πλειοψηφία(περισσότεροι από το 90%) ήταν Έλληνες.
Υπήρχαν επίσης λίγες χιλιάδες Τούρκων και λιγοστοί Εβραίοι. Την 1η Μαρτίου 1921 και το Καστελλόριζο, το οποίο στο μεταξύ είχε καταληφθεί από τους Γάλλους, παραδόθηκε στην Ιταλία. Επωφελούμενη από τα γεγονότα στη Μικρά Ασία η Ιταλία με τη Συνθήκη της Λωζάνης κατοχύρωσε την κυριαρχία στα Δωδεκάνησα, ενώ η Τουρκία παραιτήθηκε από κάθε αξίωσή της γι’ αυτά.
Είχε προηγηθεί η καταγγελία από την Ιταλία της Συμφωνίας Τιτόνι – Βενιζέλου (1919) , στις 25 Αυγούστου 1922, με βάση την οποία τα Δωδεκάνησα θα παραδίδονταν από την Ιταλία στην Ελλάδα εκτός από τη Ρόδο, για την οποία θα γινόταν δημοψήφισμα όταν η Μ. Βρετανία θα παραχωρούσε στην Ελλάδα την Κύπρο. Παράλληλα η Ιταλία θα κρατούσε την Αυλώνα και θα υποστήριζε τις διεκδικήσεις της Ελλάδας στη Βόρειο Ήπειρο (στη Συμφωνία Τιτόνι – Βενιζέλου θα επανέλθουμε σύντομα με εκτενές άρθρο).
Από το 1924 η Ιταλία ακολούθησε αφομοιωτική πολιτική στα Δωδεκάνησα και άρχισε βαθμιαία να καταργεί όλα τα τοπικά προνόμια των κατοίκων.
Τα Δωδεκάνησα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Τουρκία, παρά τη Συμφωνία του 1932 με την Ιταλία, είχε αρχίσει να θέτει θέμα κατάληψης των Δωδεκανήσων, ενώ τον Δεκέμβριο του 1940 οι πληροφορίες που έφθαναν στην Ελλάδα ανέφεραν ότι οι Τούρκοι ζητούσαν την παραχώρηση των Δωδεκανήσων ή ορισμένων από αυτά, από την Αγγλία.
Το πρώτο ενδεχόμενο επιβεβαίωσε και με συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 14/4/1946 ο τότΙε Τούρκος ΥΠΕΞ Ρουσδή Αράς: «… ουδέποτε υποστήριξα ότι ο πληθυσμός των Δωδεκανήσων δεν είναι ελληνικός. Έζησα αρκετά χρόνια εκεί και γνωρίζω τους κατοίκους. Επομένως, θα ήμουν εκτός πραγματικότητος εάν ισχυριζόμουν το αντίθετον… Υπό το πνεύμα αυτό εξήτασα το ζήτημα των Δωδεκανήσων και όχι από σοβινισμόν. Άλλωστε, την άποψίν ταύτην υπεστήριξα και προ δεκαετίας, όταν ο Μουσολίνι είχε επιτεθεί κατά της Αιθιοπίας και οι Δυνάμεις, μεταξύ των οποίων και η Τουρκία απεφάσισαν να επιβάλουν κυρώσεις κατά της Ιταλίας. Τότε, υπήρχε πιθανότητα να εκραγεί πόλεμος, η δε Τουρκία ήταν έτοιμη να καταλάβει τα Δωδεκάνησα. Παρ’ όλα αυτά, και τότε υπεστήριξα, εάν κατελαμβάνοντο τα νησιά αυτά από εμάς, να μην προσαρτηθούν στην Τουρκία, αλλά να αυτονομηθούν…».
Ο ύποπτος ρόλος, κυρίως των Άγγλων είχε φανεί από τη Συνθήκη αμοιβαίας βοήθειας Γαλλίας – Αγγλίας – Τουρκίας που υπογράφτηκε στις 19/10/1939. Στη Συνθήκη αυτή υπήρχε συνημμένη στρατιωτική σύμβαση, το άρθρο 3 της οποίας προέβλεπε ότι σε ενδεχόμενη επιχείρηση κατάληψης της Δωδεκανήσου θα χρησιμοποιούνταν κυρίως τουρκικές δυνάμεις σε συνεργασία με όσες βρετανικές ήταν διαθέσιμες εκείνη τη στιγμή.
Αυτό ήταν το συμμαχικό δόλωμα για να κερδίσουν τη συμμετοχή της Τουρκίας στον πόλεμο και μάλιστα στο πλευρό τους. Οι Τούρκοι όμως δεν ήταν διατεθειμένοι να σπάσουν το βολικό καθεστώς της ουδετερότητας. Ωστόσο, στο πλαίσιο των διαρκών διαπραγματεύσεων με τους Συμμάχους, δεν παρέλειπαν να εκφράζουν συνεχώς το ενδιαφέρον τους για τα Δωδεκάνησα.
Τον Δεκέμβριο του 1941 ο Βρετανός ΥΠΕΞ Ίντεν πήγε κρυφά στη Μόσχα για να συναντηθεί με τον Στάλιν. Ανάμεσα στα άλλα συζητήθηκε και η προσέλκυση της Τουρκίας στο συμμαχικό στρατόπεδο. Ο Σοβιετικός ηγέτης πρότεινε στον Ίντεν να δελεάσουν την Τουρκία προσφέροντάς της τα Δωδεκάνησα και το νότιο τμήμα της Βουλγαρίας. Ο ηγέτης της ΕΣΣΔ μάλιστα φρόντισε να διαρρεύσουν προς την Τουρκία οι προτάσεις αυτές.
Ο Ίντεν όπως προκύπτει από τα Βρετανικά αρχεία υπενθύμισε στον Στάλιν το ελληνικό ενδιαφέρον για τα Δωδεκάνησα, καθώς και τα προβλήματα που δημιουργούσε στο συμμαχικό στρατόπεδο μια τέτοια συναλλαγή με τους Τούρκους. Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση πληροφορήθηκε για τη συνάντηση Στάλιν – Ίντεν και έκανε διάβημα στο Foreign Office, έλαβε όμως καθησυχαστική απάντηση από τον μόνιμο Υφυπουργό Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας A. Cadogan. Από το τέλος του 1942, όταν φάνηκε η προοπτική συμμαχικών επιχειρήσεων στα Δωδεκάνησα, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Παναγιώτης Κανελλόπουλος ζήτησε από τους Βρετανούς να συμμετέχουν σε αυτή και ελληνικές δυνάμεις.
Τότε, αλλά και κάθε φορά που ανέκυπτε ανάλογο πρόβλημα, το Foreign Office απαντούσε ότι ναι μεν δεν είχε αντίρρηση για τη χρησιμοποίηση ελληνικού στρατού, αλλά η τελική απόφαση θα λαμβανόταν από τις στρατιωτικές Αρχές. Η Κυβέρνηση Τσουδερού θορυβήθηκε όμως έντονα από τη συνάντηση του Τσόρτσιλ με τους Τούρκους στα Άδανα στις αρχές του 1943. Σκοπός του Βρετανού πρωθυπουργού ήταν να πετύχει την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο, με δέλεαρ και τα Δωδεκάνησα.
Μάλιστα λίγο πριν τη συνάντηση αυτή, ο Τούρκος πρέσβης στο Λονδίνο είπε στον Τσουδερό ανεπίσημα, ότι η χώρα του σχεδιάζει να καταλάβει κάποια νησιά του Αιγαίου. Έτσι η ελληνική πλευρά άρχισε ν’ αναρωτιέται μήπως η Τουρκία αναζητούσε τρόπο για να διεκδικήσει τα Δωδεκάνησα.
Όταν την 1/12/1943 ο Έλληνας πρέσβης στο Λονδίνο Αγνίδης συζήτησε με αρμόδιους του Foreign Office για τις ελληνικές ανησυχίες, έλαβε όμως μόνο την υπόσχεση ότι δεν θα θιγούν τα νησιά που ανήκουν ήδη στην Ελλάδα! Όμως ο Orme Sargent, στέλεχος του αρμόδιου Νότιου Τομέα του Foreign Office σημείωσε ότι το κοινό ανακοινωθέν Βρετανίας – Τουρκίας που εκδόθηκε στις 2/2/1943 θα θορυβούσε την ελληνική κυβέρνηση: «Οι δύο κυβερνήσεις από κοινού εξέτασαν την παρούσα κατάσταση στην Ευρώπη και ειδικότερα στις περιοχές για τις οποίες η Τουρκία ενδιαφέρεται. Διαπιστώθηκε κοινότης απόψεων σε όλα τα βασικά σημεία».
Πραγματικά, την ίδια μέρα ο Π. Κανελλόπουλος σημείωνε στο ημερολόγιό του: «Σήμερα οι Times γράφουν ότι συζητήθηκαν στα Άδανα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα και ειδικότερα τα ελληνικά νησιά. Είναι ηθικά ασύλληπτο ότι συζητιούνται τέτοια ζητήματα χωρίς να μας ειδοποιούν».
O Sargent είχε επισημάνει ότι λίγο πριν το συγκεκριμένο ανακοινωθέν, δημιουργήθηκε πρόβλημα και με το θέμα της Βορείου Ηπείρου: «Δεν άντεχε άλλους κραδασμούς η ελληνοβρετανική φιλία. Καλό θα ήταν να αναλάβει ο Churchill να καθησυχάσει τον Ε. Τσουδερό επιστρέφοντας απ’ τα Άδανα», κατέληγε. Στις 7/3/1943 ένα υπόμνημα ξεκαθάρισε την οπτική του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών:
α) Στο αίτημα των Ελλήνων περί ένωσης των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα θα απαντούσαν ένα “όχι από τώρα δεσμεύσεις”, αν και έβλεπαν ευνοϊκά το θέμα.
β) Στο ζήτημα της συμμετοχής του Ελληνικού Στρατού σε μελλοντικές επιχειρήσεις στα Δωδεκάνησα θα απαντούσαν “είναι στρατιωτικό θέμα, εμείς, πάντως θα εισηγηθούν ευνοϊκά”.
γ) Για τη συμμετοχή Ελλήνων στη μελλοντική διοίκηση των Δωδεκανήσων τα πράγματα ήταν ακόμα πιο περίπλοκα.
Έτσι όταν στις 4/4/1943 ο Τσόρτσιλ έστειλε τηλεγράφημα στον Ίντεν και του πρότεινε να ζητήσουν βοήθεια από τους Τούρκους (αεροπορικές διευκολύνσεις ή πλήρη στρατιωτική σύμπραξη με αντάλλαγμα τη Ρόδο (!), έλαβε αρνητική απάντηση με το σκεπτικό ότι οι Τούρκοι πάλι δεν θα αναλάμβαναν τις ευθύνες τους και τα μόνα αποτελέσματα θα ήταν η παράβαση του δόγματος “καμία εδαφική συζήτηση πριν το τέλος του πολέμου” και παράλληλα, ότι οι Έλληνες θα εξοργιζόταν. Παράλληλα με τις διαβουλεύσεις το Foreign Office επεξεργαζόταν σχέδιο για τη διοίκηση των περιοχών που θα απελευθερώνονταν.
Το Βρετανικό Πολεμικό Υπουργικό Συμβούλιο στις 2/7/1943 ενημέρωσε τον Αρχιστράτηγο Μέσης Ανατολής και τον Βρετανό πρέσβη, διαπιστευμένο στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, R. Leeper ότι αποφασίστηκε ότι στα Δωδεκάνησα οι ιταλικοί νόμοι θα διατηρούνταν προσωρινά σε ισχύ, τροποποιημένοι στα σημεία που υπήρχαν διακρίσεις σε βάρος Ελλήνων και Τούρκων. Η διοίκηση θα ήταν τυπικά και ουσιαστικά βρετανική αρμοδιότητα και δεν θα συμμετείχαν σε αυτή Έλληνες, Τούρκοι ή Ιταλοί.
Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση δεν ικανοποιήθηκε καθόλου, καθώς ήδη από τον Νοέμβριο του 1942 είχε ζητήσει εκτός της στρατιωτικής συμμετοχής στην απελευθέρωση των Δωδεκανήσων, να συμμετάσχει στην προσωρινή τους διοίκηση.
Διαμαρτυρήθηκε μάλιστα στους Βρετανούς γιατί έκαναν μνεία στους Τούρκους, σχετικά με τα Δωδεκάνησα και τους τοποθετούσαν σε ίδια μοίρα με τους Έλληνες.
Οι Βρετανοί αξιωματούχοι είχαν δώσει οδηγίες στο BBC να μην αποκαλούνται τα Δωδεκάνησα “ελληνικά νησιά” ,χωρίς να απαγορεύεται όμως η αναφορά στην ελληνική καταγωγή των κατοίκων τους. Παράλληλα, μετά από έντονες διαβουλεύσεις δέχτηκαν τη συμμετοχή του Ιερού Λόχου στις επιχειρήσεις στα Δωδεκάνησα. Όμως τους πρόλαβαν τα γεγονότα.
Τον Οκτώβριο του 1943 τα Δωδεκάνησα καταλήφθηκαν από γερμανικές δυνάμεις. Η βρετανική “γραμμή” όμως παρέμεινε σταθερή, καθώς το Foreign Office αρνήθηκε παρά τις πιέσεις της Ελληνικής κυβέρνησης και δωδεκανησιακών σωματείων να συζητήσει το μελλοντικό καθεστώς των νησιών.
Στην απελευθέρωση των Δωδεκανήσων έλαβαν μέρος και έπαιξαν σημαντικό ρόλο οι άνδρες του Ιερού Λόχου υπό τον Συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε. Η ηρωική δράση αυτής της μονάδας, την οποία αποτελούσαν κυρίως αξιωματικοί, έλαβε χώρα τον χειμώνα του 1944-1945. Ο Ιερός Λόχος πραγματοποίησε συνολικά στο Αιγαίο 207 αναγνωριστικές περιπολίες 26 καταδρομές και 6 επιχειρήσεις.
Ως τις 7 Μαΐου 1945 η Ρόδος, η Κως και η Λέρος παρέμεναν στα χέρια των εχθρών, που τα υπεράσπιζε με 9.600 Γερμανούς και 6.100 Ιταλούς στρατιώτες, που παρέμεναν στο πλευρό των πρώην συμμάχων τους. Τις δύο καλά εξοπλισμένες μεραρχίες διοικούσε ο αρχηγός των SS Wagner. Οι επιδρομές των κομάντος στο απόρθητο, όπως θεωρούσαν Γερμανοί και Ιταλοί, φρούριο της Ρόδου ήταν συνεχείς. Σε μία από αυτές τη νύχτα της 1ης προς 2α Μαΐου 1945 στην περιοχή της Μονολίθου Σιαννών οι Έλληνες κομάντος κατέστρεψαν τρεις εχθρικές θέσεις και συνέλαβαν αιχμαλώτους 14 στρατιώτες.
Οι υπόλοιποι Γερμανοί σκοτώθηκαν. Παράλληλα έγινε καταδρομική επιχείρηση στα φυλάκια της νησίδας Αλιμιά, όπου καταστράφηκαν αποθήκες και η αποβάθρα. Επίσης έγιναν άλλες δύο πετυχημένες επιδρομές στην Κάλυμνο. Η όλη επιχείρηση έλαβε την ονομασία “Τεντ”.
Η συνθηκολόγηση των Γερμανών – Τα Δωδεκάνησα στα χέρια των Βρετανών
Οι κατακτητές βρίσκονταν πλέον σε απελπιστική κατάσταση ενώ οι Δωδεκανήσιοι αντιμετώπιζαν πείνα και αρρώστιες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Μητροπόλεως Ρόδου, το πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου 1945 πέθαναν από πείνα 59 άτομα. Τον Απρίλιο και τον Μάιο του ίδιου έτους πέθαιναν καθημερινά 4-5 άτομα. Συνολικά, γύρω στα 10.000 άτομα πέθαναν στα Δωδεκάνησα από πείνα στη διάρκεια του πολέμου.
Μετά τις συμμαχικές επιχειρήσεις, η αντίδραση των Γερμανών και των Ιταλών δεν ήταν η συνήθης ως τότε, δηλαδή συλλήψεις Ελλήνων και αντίποινα. Έδειχναν αδιαφορία για τα κοινά, αραίωσαν τις περιπόλους, χαλάρωσαν τα μέτρα φύλαξης των παραλίων και αποφυλάκισαν όλους τους πολιτικούς κρατούμενους. Επίσης τα ενωτικά, υπέρ της Ελλάδας, συνθήματα στους τοίχους της πόλης, κυρίως από την οργάνωση ΕΜΠΑ (Εθνικό Μέτωπο Πανδωδεκανησιακής Απελευθέρωσης), δεν προκαλούσαν αντιδράσεις.
Στις 3 Μαΐου αναχωρεί από το Μανδράκι μια μεγάλη γερμανική βενζινάκατος, χωρίς το απαιτούμενο πλήρωμα και τον οπλισμό της. Λίγοι γνωρίζουν ότι ο αξιωματικός που μεταφέρει πρόκειται να συναντήσει έναν Άγγλο αξιωματικό σε προκαθορισμένο σημείο μεταξύ Ρόδου και Σύμης. Στη συνάντηση ο Άγγλος Ταγματάρχης Άκλαντ ζήτησε την άνευ όρων παράδοση των Γερμανών μετά από εντολή του Στρατηγείου του Καΐρου. Στη νέα συνάντηση που έγινε στις 5 Μαΐου οι ναζί δέχτηκαν όλους τους όρους, όπως και να παραδώσει τα νησιά ο ίδιος ο Wagner.
Στις 8/5/1945, στις 8 ώρα Γκρίνουιτς, ο Wagner στο σπίτι Καμόπουλου στη Σύμη, υπέγραψε το έγγραφο παράδοσης των Δωδεκανήσων στους αντιπροσώπους Άγγλων, Γάλλων και Ελλήνων. Επικεφαλής των Συμμάχων ήταν ο Βρετανός Ταξίαρχος Moffat. Ο Wagner πριν υπογράψει άφησε το περίστροφό του στο τραπέζι. Ο Moffat το πήρε και το έδωσε στον επικεφαλής του Ιερού Λόχου Χ. Τσιγάντε λέγοντας:
«Κρατήστε το σε ανάμνηση του γεγονότος και ως λάφυρο πολέμου».
Η συνέχεια δεν ήταν όμως ανάλογη… Οι Βρετανοί μετά τη γερμανική παράδοση έσπευσαν να απαλλαγούν από τους Ιερολοχίτες οι οποίοι είχαν γίνει δεκτοί με ενθουσιασμό από τους Δωδεκανήσιους. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να πετάξουν στη θάλασσα τα όπλα της φρουράς Καλύμνου που παραδόθηκε, αντί να τα δώσουν στους Έλληνες για να εξοπλίσουν τις ελληνικές μονάδες.
Οι έντονα ενοχλημένοι Ιερολοχίτες ήταν οι πρώτοι που κατάλαβαν ότι οι Βρετανοί δεν ήταν διατεθειμένοι να παραδώσουν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα χωρίς διπλωματικά παζαρέματα… Στις 15 Μαΐου 1945 έπειτα από ομόφωνη απόφαση των Συμμάχων επισκέφτηκε τη Ρόδο με το θωρηκτό “Αβέρωφ” ο Αντιβασιλέας, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός. Είχαν προηγηθεί μυστικές συζητήσεις με τον Βρετανό Υπουργό Μεσογείου Μακ Μίλαν, στις οποίες καθορίστηκε, ο Δαμασκηνός να μην επισκεφθεί άλλα νησιά και να παραμείνει για λίγο στη Ρόδο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών σε ομιλία του στους Ροδίτες, είπε μεταξύ άλλων: «… απεδόθητε εις την πολυπόθητον ελευθερίαν. Δεν πρόκειται ποτέ πλέον να τη στερηθείτε. Το σημερινό μου προσκύνημα εις την πόλιν της Ρόδου είναι η επίσημος επισφράγισις των ακατάλυτων δεσμών μεταξύ της ελευθέρας ελληνικής Δωδεκανήσου και του ελευθέρου ελληνικού κράτους. Και το αψευδές μήνυμα της ελευθερίας το οποίον σας φέρω είναι εξ ονόματος της φιλοστόργου μητρός Ελλάδος. Το εγγυάται η δικαιοσύνη των μεγάλων φίλων και συμμάχων…».
Οι Αμερικανοί όμως θορυβήθηκαν από την επίσκεψη Δαμασκηνού στη Ρόδο. Θεώρησαν επιπόλαια την απόφαση των Βρετανών και “υποσκάπτουσα το αρραγές μέτωπο της αμερικανοβρετανική ενότητας” (Foreign Office 371/48342, R 8704).
Μετά την αποχώρηση του Ιερού Λόχου τα νησιά πέρασαν προσωρινά σε βρετανική στρατιωτική διοίκηση υπό την ηγεσία του Στρατηγού Paget. Σε αντίθεση με τις άλλες περιοχές που εκχωρήθηκαν με Συνθήκες τα Δωδεκάνησα παρέμειναν για σχεδόν δύο χρόνια υπό βρετανική κατοχή, παρά την ενεργό συμμετοχή Ελλήνων στην απελευθέρωσή τους. Όπως ήταν φυσικό, οι Δωδεκανήσιοι δυσαρεστήθηκαν σφοδρά. Ο στρατηγός Paget ακολούθησε σε γενικές γραμμές το παλιό διοικητικό και φορολογικό σύστημα της φασιστικής Ιταλίας, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις.
Η δυσαρέσκεια των Δωδεκανησίων εντάχθηκε από τη διατήρηση των Ιταλών υπαλλήλων στις θέσεις τους και την απροθυμία των Βρετανών να βοηθήσουν την παλιννόστηση των δεκάδων χιλιάδων Δωδεκανήσιων που είχαν φύγει για την Ελλάδα και το εξωτερικό από τις αρχές του 20ου αιώνα. Η απογοήτευση των Δωδεκανήσιων οδήγησε στη δημιουργία της αριστερής οργάνωσης ΕΜΠΑ, στην οποία αναφερθήκαμε και παραπάνω, με στόχο την άμεση ένωση με την Ελλάδα και τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Η ίδρυση του ΕΜΠΑ θορύβησε Έλληνες και Βρετανούς οι οποίοι όμως θεωρούσαν ότι η δράση των κομμουνιστών στα νησιά ήταν μηδαμινή. Πάντως όταν τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ελλάδα, τα μέλη του ΕΜΠΑ διώχθηκαν και η οργάνωση διαλύθηκε.
Η διφορούμενη στάση των Βρετανών δημιούργησε εσφαλμένες, όπως αποδείχτηκε, εντυπώσεις όχι μόνο στους Έλληνες αλλά και στους Ιταλούς. Ο A. Macchi, επικεφαλής της επιτροπής που δημιούργησαν οι Ιταλοί για προστασία των δικαιωμάτων τους στα Δωδεκάνησα έγραψε στο ιταλικό Υπουργείο Εξωτερικών στα τέλη του 1945: «Οι Βρετανοί απέδειξαν την κατανόηση και τη συμπάθειά τους για τους Ιταλούς που διαμένουν εδώ… Κατέστρεψαν δε πολλές ρόδινες ψευδαισθήσεις των Ελλήνων… Σε όλες τις κοινωνικές τάξεις δημιούργησαν την εντύπωση ότι δύσκολα θα επιτρέψουν την ενσωμάτωση των – μεγαλύτερων τουλάχιστον-νησιών στην Ελλάδα».
Η εκτίμηση του Macchi ήταν όμως λαθεμένη. Οι Βρετανοί, όπως δείχνει η μελέτη αρχειακού υλικού, δεν είχαν καμία επιφύλαξη για την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, όχι μόνο λόγω της αναμφισβήτητης ελληνικότητάς της, αλλά και γιατί η ελληνική κυβέρνηση χρειαζόταν μια ανάλογη κίνηση στη διαμάχη της με την Αριστερά.
Το ΕΑΜ για να μην χαρακτηριστεί προδοτικό εκείνη την κρίσιμη περίοδο, υποστήριξε ανοιχτά τα εθνικά ελληνικά αιτήματα σε επίσκεψη αντιπροσωπείας του στο Λονδίνο τον Ιούνιο του 1945. Η επιφυλακτική στάση των Η.Π.Α. και ο φόβος της ΕΣΣΔ εμπόδιζαν επίσης τους Βρετανούς, που αναγνώριζαν όμως ό,τι έπρεπε να λήξει το θέμα: «Αν αποτύχουμε να δώσουμε τα νησιά (Δωδεκάνησα) στην Ελλάδα ενώ τα ελέγχουμε, θα γελοιοποιηθούμε διεθνώς-τη στιγμή που η Ρωσία μοιράζει εχθρικά εδάφη στους δορυφόρους της», τόνιζε σε υπόμνημά του ο Βρετανός ΥΠΕΞ Ε. Bevin τον Σεπτέμβριο του 1945.
Πάντως για το Ηνωμένο Βασίλειο το Καστελλόριζο φαίνεται ότι αποτελούσε ξεχωριστή περίπτωση καθώς το Foreign Office συζητούσε την απόδοσή του στην Τουρκία, η οποία δεν είχε καν υποβάλλει, επίσημα τουλάχιστον, σχετικό αίτημα!
Η Διάσκεψη της Ειρήνης των Παρισίων και η παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα
Τον Σεπτέμβριο του 1945 το Συμβούλιο των πέντε (Η.Π.Α., ΕΣΣΔ, Μ. Βρετανία, Κίνα, Γαλλία) Υπουργών Εξωτερικών στο Λονδίνο, αναγνώρισε κατ’ αρχάς, ότι η Δωδεκάνησος έπρεπε να δοθεί στην Ελλάδα. Οι Σοβιετικοί όμως, για να δώσουν την τελική τους συγκατάθεση ζητούσαν ναυτική βάση στην Κυρηναϊκή της σημερινής Λιβύης! Από τότε δεν παρατηρήθηκε μεγάλη πρόοδος στο θέμα και το άγχος, μαζί με την ανησυχία, άρχισαν να κυριαρχούν στη χώρα μας. Το ελληνικό ΥΠΕΞ κατάλαβε, καθυστερημένα, ότι η διεθνής κοινή γνώμη ελάχιστα γνώριζε για τα δίκαια ελληνικά αιτήματα.
Τον Μάιο του 1946 μάλιστα, η Κυβέρνηση έμαθε από τον Τύπο (!), ότι η ελληνοβουλγαρική μεθόριος δεν επρόκειτο να διαφοροποιηθεί προς όφελος της χώρας μας. Όταν ο Κ. Τσαλδάρης ανέλαβε την πρωθυπουργία την άνοιξη του 1946, αντιλήφθηκε ότι έπρεπε να επικεντρωθεί στο βορειοηπειρωτικό και το δωδεκανησιακό. Η Κύπρος δεν ήταν ακόμα διεκδικήσιμη.
Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων είχε ως σκοπό τον καθορισμό των μεταπολεμικών διεθνών συνθηκών που θα διευθετούσαν τις εκκρεμότητες μεταξύ νικητών και ηττημένων τον Β’ ΠΠ. Είχαν προηγηθεί, η Διάσκεψη στο Πότσδαμ στις 17 Ιουλίου 1945, όπου συζητήθηκε το ζήτημα της αναθεώρησης της Συνθήκης του Μοντρέ, το Συμβούλιο των ΥΠΕΞ στο οποίο αναφερθήκαμε, η Διάσκεψη των ΥΠΕΞ στο Παρίσι στις 25/4/1946, όπου η ΕΣΣΔ επέμεινε να ζητά διευκολύνσεις ή βάση για τα πλοία της στη Μεσόγειο, αυτή τη φορά μάλιστα στην Ελλάδα και μία νέα συνάντηση των ΥΠΕΞ Η.Π.Α., Ε.Σ.Σ.Δ., Μ. Βρετανίας και Γαλλίας, στις 15 Ιουνίου 1946.
Οι Η.Π.Α. δεν είχαν δώσει επίσημα καμία υπόσχεση στην Ελλάδα, παρά τις προσπάθειες του ελληνοαμερικανικού λόμπι και ενέργειες μεμονωμένων πολιτικών. Ο Σοβιετικός ΥΠΕΞ Μολότοφ δήλωνε στις 21/6/1946 ότι δεν γνώριζε τις ελληνικές θέσεις για τα Δωδεκάνησα καθώς οι Έλληνες δεν είχαν υποβάλλει υπόμνημα.
Σε συνάντησή του με τον Σοβιετικό Υφυπουργό Εξωτερικών στις 26/6/1946, ο Έλληνας διπλωμάτης και πολιτικός Ιωάννης Πολίτης (1890-1958), τόνισε ότι ο ελληνικός λαός πιστεύει ότι η ΕΣΣΔ δεν του συμπαραστέκεται. Ο Βισίνσκι απάντησε ότι η ΕΣΣΔ δεν έχει στρατό στην Ελλάδα, ούτε επιτέθηκε εναντίον Ελλήνων (φανερός υπαινιγμός για τους Βρετανούς…).
Στα παρασκήνια κυκλοφορούν διάφορα. Γαλλική εφημερίδα ανέφερε ότι ο Μολότοφ δέχεται την παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα δύο βάσεις: μία νότια της Πάτμου και μία στο Ιόνιο. Οι “Times” του Λονδίνου, αναφέρουν ότι ο Μολότοφ θα συναινέσει στην παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, αρκεί η χώρα μας να εγκαταλείψει ή να περιορίσει τις απαιτήσεις της έναντι της Αλβανίας και της Βουλγαρίας.
Το απόγευμα της 27/6/1946, ο Μολότοφ ήταν ευδιάθετος. Σε κάποια στιγμή είπε: «Εισερχόμεθα στο ζήτημα των Δωδεκανήσων». Όλοι στράφηκαν προς το μέρος του. «Η χώρα μου δεν έχει καμιά αντίρρηση να δοθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα αφοπλισμένα». Απορημένος ο Βρετανός ΥΠΕΞ Bevin ρώτησε: «Αλήθεια το λέτε;», για να λάβε την απάντηση «Ναι», από τον χαμογελαστό Μολότοφ. Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ είπε, με έναν στεναγμό ανακούφισης: «Περιμένετε ένα λεπτό να αναπνεύσω!» Μαζί με τον Γάλλο ΥΠΕΞ Μπιντό συμφώνησαν στο ζήτημα της αποστρατικοποίησης…
Η ανάληψη της διοίκησης των Δωδεκανήσων από την Ελλάδα
Η Ελλάδα ανέλαβε τη διοίκηση των Δωδεκανήσων, με την παράδοσή τους από τους Βρετανούς συγκεκριμένα από τον στρατιωτικό διοικητή Ταξίαρχο Parker στον Έλληνα στρατιωτικό διοικητή Αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη. Πολιτικός σύμβουλος του Π. Ιωαννίδη διορίστηκε ο Μιχαήλ Στασινόπουλος (μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, 1974-1975) και Γ.Γ ο Γ. Παπαχατζής. Διπλωματικός σύμβουλος, ο Θ. Χρυσανθόπουλος. Την αποστολή συνόδευαν οι Υπουργοί Εσωτερικών Γεώργιος Παπανδρέου και Οικονομικών Δ. Χέλμης και εκπρόσωποι όλων των υπουργείων.
Η επίσημη ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα
Στις 9/1/1948 δημοσιεύθηκε στην “Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”, ο νόμος “περί προσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα”, με αναδρομική ισχύ από 28/10/1947.
Οι τελετές ενσωμάτωσης άρχισαν στις 7 Μαρτίου 1948. Η 7η Μαρτίου εορτάζεται κάθε χρόνο ως ημέρα ενσωμάτωσης των Δωδεκανήσων. Ο στρατιωτικός Διοικητής Ιωαννίδης αποχώρησε και συστήθηκε η Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου, με πρώτο Γενικό Διοικητή του γιατρό και αγωνιστή Ν. Μαυρή από την Κάσο.
Τι έγραφαν οι Τούρκοι για την παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα;
Ενδεικτικά για τη στάση της Τουρκίας μετά την παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, είναι όσα έγραψε η εφημερίδα: “Vatan” της Κων/πολης: «Ευχαρίστηση μόνον προξένησε στον τουρκικό λαό η απόδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα… Η προξενηθείσα χαρά από την απόδοση των Δωδεκανήσων, τα οποία αποτελούν τρόπον τινά το προαύλιον του τουρκικού οίκου, αποτελεί ζωηρστάτην απόδειξιν της ελληνοτουρκικής αδελφοσύνης: Τα Δωδεκάνησα αποτελούν όχι τείχος διαχωρίσεως, αλλά γέφυρα δια της οποίας κυκλοφορούν τα αμοιβαία αισθήματα φιλίας των δύο λαών, το εμπόριο, ο τουρισμός και ο πολιτισμός…».
Μια απόφαση του Χίτλερ που, ίσως, έσωσε τα Δωδεκάνησα…
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1943 σε σύσκεψη στο στρατηγείο του Χίτλερ, οι Γερμανοί στρατηγοί εισηγήθηκαν την εκκένωση των νησιών του Αιγαίου και της Κρήτης. Ο Χίτλερ που γνώριζε τους μυστικούς όρους της αγγλοτουρκικής Συμφωνίας του 1939, από έγγραφα που έπεσαν στα χέρια ανθρώπων των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών και επειδή φοβόταν ότι η Τουρκία θα εγκατέλειπε την ουδετερότητα της (καταλαμβάνοντας προφανώς κάποια νησιά…), εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 48 Οδηγία και σε διάστημα μικρότερο του ενός μηνός επανακαταλήφθηκαν όλα τα νησιά του Αιγαίου, με πρώτα τη Λέρο, την Κω και την Αστυπάλαια…
Πηγές: Κώστας Φ. Τσαλαχούρης, “ΙΜΙΑ” Το χρονικό της χάραξης των συνόρων της Δωδεκανήσου (1932-1947)”, Εκδόσεις, Τροχαλία 1997.
“ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΣ – Η ΜΑΚΡΑ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ”, Έρευνα – Επιστημονική Επιμέλεια, ΛΕΝΑ ΔΙΒΑΝΗ – ΦΩΤΕΙΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ – ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ, ΑΘΗΝΑ 1996.
Μιχάλης Στούκας – protothema.gr