Σταύρος Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ
Διδάκτωρ Ιστορίας ΑΠΘ
Η εφημερίδα Καθημερινή και ο έγκριτος δημοσιογράφος Σταύρος Τζίμας στο φύλο της 5ης Νοεμβρίου 2022 δημοσιεύει ένα ενδιαφέρον άρθρο για την πολιτική κατήχηση του Βραζιλιάνου πολιτικού Νταβίντ Σίλβα Λούλα στην Αλβανία τη δεκαετία του 1970, από προγράμματα χορηγούμενα από κρυφά κομματικά κονδύλια. Από τα κονδύλια αυτά επωφελήθηκαν κατά καιρούς και μέλη του ΚΚΕ που βρίσκονταν σε ανατολικές χώρες και διατηρούσαν σχέσεις αγαστές με το κομμουνιστικό καθεστώς του Χότζα, το οποίο είχε φροντίσει από πολύ νωρίς να χρηματοδοτεί φορείς, κόμματα, επαναστατικές στρατιωτικές οργανώσεις, τις οποίες φιλοξενούσε και εκγύμναζε στο έδαφός της ή και μεμονωμένα άτομα, δραστήριους και επιτήδειους δημοσιογράφους, πολιτικούς, συνεργάτες, συνδέσμους κ.λπ. σε όλο τον κόσμο. Οι χρηματοδοτήσεις αυτές είναι ευρύτερα γνωστές και ως μυστικά κονδύλια ή απόρρητες δαπάνες. Οι λόγοι για τους οποίους διατίθεντο τα μυστικά κονδύλια ήταν η προώθηση των εθνικών θεμάτων, η προβολή της σοσιαλιστικής Αλβανίας, η συλλογή πληροφοριών για τις κρατικές υπηρεσίες, την κατασκοπεία και την αντικατασκοπεία από διάφορες πηγές, η εξυπηρέτηση ή η διευκόλυνση διάφορων προσώπων με συγκεκριμένες αναθέσεις ή που, με τις προσβάσεις τους, στον δημόσιο βίο μπορούσαν να προάγουν τη χώρα και να επηρεάσουν εξελίξεις, να προσφέρουν υπηρεσίες εις όφελος της χώρας ή να τη βοηθήσουν να προλάβει ή να αντιμετωπίσει εξωτερικούς ή εσωτερικούς κινδύνους. Τα χρήματα από τα κονδύλια αυτά είχαν, επίσης, σκοπό την προαγωγή του συγγραφικού έργου του Ενβέρ Χότζα και, γενικότερα, της εξωτερικής πολιτικής του αλβανικού κράτους.
Στην αρχή τα δαπανηθέντα ποσά για τέτοιες ενέργειες ήταν συμβολικά, αλλά έβαιναν κλιμακούμενα.
Εκτός από τις αμιγώς χρηματικές παροχές, άλλες μορφές ενίσχυσης των κομμουνιστικών κομμάτων ήταν και η δωρεάν φιλοξενία φίλων και συμπαθούντων του κόμματος στην Αλβανία, η παραθέρισή τους σε αλβανικά θέρετρα, η ενίσχυση των διπλωματικών υπηρεσιών με προσωπικό κατασκοπείας και αντικατασκοπείας, ως σύνδεσμοι με τα κόμματα ή τα κομμουνιστικά κινήματα ανά την υφήλιο και οι χορηγήσεις υποτροφιών για φοίτηση σε αλβανικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή τεχνικές σχολές κομμουνιστών από όλον τον κόσμο, ως αναγνώριση του έργου τους υπέρ της Αλβανίας.
Οι χρηματικές παροχές διενεργούντο με άκρως απόρρητες εντολές από το Πολιτικό Γραφείο του κόμματος, κυρίως από τον Ενβέρ Χότζα και τον Ραμίζ Αλία (Ramiz Alia), διάδοχο του Χότζα, ενώ οι παραδόσεις των χρημάτων πραγματοποιούνταν από ανθρώπους απόλυτης εμπιστοσύνης των αλβανικών μυστικών υπηρεσιών, εντεταλμένων στις διπλωματικές υπηρεσίες, χωρίς παραστατικά και τραπεζικά εμβάσματα, με ρητή εντολή να μην ζητούνται υπογραφές από τους παραλήπτες των χρημάτων.
Έως το 1961 και τη ρήξη με τη Σοβιετική Ένωση, η Αλβανία δαπανούσε για τέτοιους σκοπούς χρήματα από το Παγκόσμιο Συνδικαλιστικό Ταμείο που χρηματοδοτούσαν οι Σοβιετικοί. Μετά το 4ο Συνέδριο του Κόμματος (Φεβρουάριος 1961), οι απόρρητες χρηματοδοτήσεις προσέλαβαν θεσμικό χαρακτήρα και τον Ιούνιο του 1964, η Κεντρική Επιτροπή ενέκρινε τη δημιουργία του «Ταμείου αλληλεγγύης για τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα και κινήματα», το οποίο διακινούσε χρήματα προερχόμενα από τη ΛΔ της Κίνας, με σκοπό την ενίσχυση του αγώνα κατά του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού και σύγχρονου ρεβιζιονισμού και τον θρίαμβο της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης. Μόνο τα δύο πρώτα χρόνια το ταμείο έλαβε χρηματοδότηση της τάξης των 700.000 δολαρίων, αλλά κατά μέσο όρο δαπανούσε περίπου 100.000 δολάρια ετησίως, ποσό τεράστιο, συγκρινόμενο με την ταμειακή επάρκεια της Αλβανίας. Το 1967 από το ταμείο αλληλεγγύης δαπανήθηκαν 211.500 δολάρια. Ήταν η χρονιά που στην Αλβανία φιλοξενήθηκαν μερικές τρομοκρατικές επαναστατικές ομάδες από την Αφρική, τα μέλη των οποίων εκγυμνάζονταν στρατοπεδευμένα σε διάφορες στρατιωτικές μονάδες της χώρας για τις οποίες δαπανήθηκαν 100.000 δολάρια, με σκοπό την προετοιμασία τους να καταλάβουν την εξουσία διά της βίας στη χώρα τους. Τον ιδεολογικό και πολιτικό προσηλυτισμό των ομάδων αυτών είχε αναλάβει η κομματική σχολή «Βλαντιμίρ Ιλίτς Λένιν» και τη στρατιωτική τους κατάρτιση το Υπουργείο Αμύνης. Στη συνέχεια (από το 1981), οι τρομοκρατικές αυτές ομάδες προετοιμάζονταν στη μυστηριώδη μονάδα 3781.
Χρηματοδοτήσεις προς το ΚΚΕ
Από τα απόρρητα κομματικά ταμεία ή κονδύλια χρηματοδοτήθηκαν κατά καιρούς και ενέργειες του ΚΚΕ, ομάδες ή μεμονωμένα μέλη του, ή προσφέρθηκαν σε αυτούς διάφορες ανέσεις και διευκολύνσεις για τις υπηρεσίες τους στον αγώνα κατά της διεθνούς αντίδρασης και τις διάφορες παροχές ή αναθέσεις υπέρ της ΛΔ της Αλβανίας.
Μέχρι το 1949, η εκτεταμένη βοήθεια που κατέφθανε από τις χώρες του ανατολικού συγκροτήματος στην Αλβανία, με σκοπό τη βοήθεια της ελληνικής στασίασης, καταχράσθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις αλβανικές υπηρεσίες και χρησιμοποιήθηκε για ίδια οφέλη. Στη συνέχεια, όμως, ύστερα από τη διασπορά των Ελλήνων κομμουνιστών στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, το αλβανικό κράτος δαπάνησε υπολογίσιμα ποσά από τα δημόσια ταμεία προοριζόμενα για τους Έλληνες κομμουνιστές στο εξωτερικό οι οποίοι εκφράζονταν αλληλέγγυοι με την πολιτική και την ιδεολογία των Αλβανών κομμουνιστών και συνέδραμαν στην προώθηση των εθνικών θεμάτων της Αλβανίας με διάφορους τρόπους.
Αμέσως μετά την εγκατάσταση των υποχωρούντων προσφύγων στο Μπουρέλι -εκεί είχαν εγκατασταθεί τα γραφεία του Γενικού Αρχηγείου του ΕΛΑΣ- ο Μπαρτζιώτας κάλεσε τον Πολύδωρο Δανιηλίδη και του ζήτησε τη συγκρότηση ενός επίλεκτου λόχου με περί τους 600 αποφασισμένους καταδρομείς για ειδική εκπαίδευση, ως δολιοφθορείς και ασυρματιστές, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στον Βορρά, προοριζόμενοι για δράση στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στην Κέρκυρα και 500 Σλαβόφωνους εγκατεστημένους στο Μπουρέλι, έχοντας την ίδια αποστολή. Το σύνολο των δυνάμεων που είχαν τη δυνατότητα να φέρουν όπλα και να αναλάβουν κατασκοπευτικές αποστολές στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που διέθετε η ΚΥΠ, υπολογιζόταν σε 1.500-2.000 άτομα. Ο επίλεκτος λόχος, στη συνέχεια, μεταφέρθηκε στο Τσερίκ. Εκατόν πενήντα έμπιστοι αντάρτες, σύμφωνα με καταλόγους που είχε καταρτήσει το ΚΚΕ, είχαν μετακληθεί στα γραφεία της αλβανικής ασφάλειας των Αγίων Σαράντα, του Αργυροκάστρου, της Ερσέκα και της Κορυτσάς, με σκοπό την οργάνωση μικρών ομάδων πληροφοριοδοτών για άμεση κατασκοπευτική δράση στην Ελλάδα, προς όφελος του ΔΣΕ. Όλοι οι παραμείναντες στην Αλβανία χαρακτηρίσθηκαν ως αδίστακτοι και ετοιμοπόλεμοι, οι οποίοι μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρές ανωμαλίες στην Ήπειρο και στη Δυτική Μακεδονία και να αποσταθεροποιήσουν την Ελλάδα, εάν κάποτε αποφασιζόταν η ανακατάληψή της. Όλες τις υποδομικές ανέσεις για την τετράμηνη προετοιμασία τους στην Αλβανία τις πρόσφερε το αλβανικό κράτος.
Φιλοξενία τιτλούχων του ΚΚΕ στην Αλβανία
Το 1958 η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας αποφάσισε την έγκριση απόρρητων δαπανών για τη δωρεάν φιλοξενία ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ που επισκέπτονταν την Αλβανία για διάφορες αποστολές, κυρίως για ρύθμιση προσφυγικών ζητημάτων στους κατά τόπους καταυλισμούς ή ως συνοδοί των πρακτόρων και των κατασκόπων που αποστέλλονταν στην Ελλάδα μέσω διάφορων σημείων της μεθορίου, ερχόμενοι από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Τον Ιανουάριο του 1960, η γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας αποφάσισε να χορηγήσει εν είδει μηναίων αποδοχών στον απεσταλμένο του ΚΚΕ στην Αλβανία το ποσό των 19.200 λεκ, το οποίο συνιστούσε δεκαπλάσιες απολαβές, συγκρινόμενο με τον μέσο όρο των μηναίων αποδοχών ενός Αλβανού εργάτη, ενώ στη διάθεσή του θα είχε, επίσης, 230.000 λεκ για το έτος 1960 και για έξοδα μετακίνησης 30.000 λεκ, ποσά τα οποία βάραιναν τόσο την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας, όσο και την Πρωθυπουργία.
Τον Μάιο του 1959, ο ίδιος ο Ενβέρ Χότζα προσκαλούσε στην Αλβανία ένα ζευγάρι ή, εναλλακτικά, δύο συντρόφους του ΚΚΕ να παραθερίσουν δωρεάν στην Αλβανία κατά τον μήνα Ιούνιο, με στόχο τη σύσφιξη των διακομματικών σχέσεων και το Μάιο του 1960, πάλι ο ίδιος ο Χότζα καλούσε να παραθερίσει δωρεάν στην Αλβανία τον Απόστολο Γκρόζο, Α΄ γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, για να ξεκουρασθεί από την έντονη κομματική δουλειά.
Το Φεβρουάριο του 1960, ο Δημήτρης Παρτσαλίδης, πρότεινε στους Αλβανούς να φιλοξενήσουν στη χώρα τους συγκεκριμένους έλληνες δημοσιογράφους δημοκρατικών φρονημάτων, οι οποίοι θα προέβαλαν θετικά τη χώρα.
Ο Παρτσαλίδης, δέχθηκε πρόσκληση να επισκεφθεί την Αλβανία και να παραθερίσει ο ίδιος, αλλά δίσταζε καθότι η γυναίκα του Αύρα ήταν κατηγορούμενη στη δίκη των Αθηνών. Την επιθυμία του να επισκεφθεί την Αλβανία και να παραθερίσει δωρεάν εκεί είχε εκφράσει και ο Κώστας Κολιγιάννης, τον Ιούνιο του 1960, μέσω του απεσταλμένου του ΚΚΕ στην Αλβανία Γιώργη Αργυρόπουλου. Ο Κολιγιάννης, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, είχε βρεθεί νοσηλευόμενος στην Αλβανία, ύστερα από τραυματισμό στο μέτωπο του Γράμμου.
Ο Χότζα, στα τέλη Δεκεμβρίου του 1960, προσκάλεσε αντιπροσωπεία του ΚΚΕ στις εργασίες του 4ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, στις 13 Φεβρουαρίου του 1961, και ανέλαβε ο ίδιος όλες τις δαπάνες της φιλοξενίας της.
Μετά την οριστική ρήξη του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας με το ΚΚΕ, το ενδιαφέρον της αλβανικής κομματικής ηγεσίας στράφηκε προς τις διασπασθείσες ομάδες και κυρίως προς την ομάδα του Πολύδωρα Δανιηλίδη, η οποία ζητούσε βοήθεια, καθώς και πολιτικές και ιδεολογικές οδηγίες από τα Τίρανα.
Τον Μάρτιο του 1965, μέλος του του ΚΚΕ (μ-λ) επισκέφθηκε την αλβανική Πρεσβεία στην Πράγα και, εκτός των άλλων, ζήτησε μία γραφομηχανή με ελληνικούς χαρακτήρες για τις ανάγκες της ηγεσίας στο Βουκουρέστι, μέσω της αλβανικής Πρεσβείας εκεί.
Στις επαφές τους εκτοξεύθηκαν κατηγορίες για άλλες ομάδες του ΚΚΕ, όπως για τον «τον αιώνιο Γούσια», τον οποίο χαρακτήρισαν προβληματικό, απόμακρο, φιλόδοξο, ο οποίος περιφρονούσε όλους τους υπολοίπους. Έμμεσα συνιστούσαν στους Αλβανούς να διακόψουν κάθε παροχή και διευκόλυνση προς την ομάδα του. Κατηγόρησαν, επίσης, άλλα μέλη ότι είχαν τεθεί στην υπηρεσία της βουλγαρικής ασφάλειας και μιλούσαν απαξιωτικά για τους Αλβανούς.
Στις αρχές του 1960 οι Αλβανοί αποφάσισαν να χορηγήσουν τμηματικά στο ΚΚΕ (μ-λ) και στην προσωρινή Κεντρική Επιτροπή χρηματική βοήθεια ύψους 5.000 δολαρίων, μέσω της αλβανικής Πρεσβείας στη Βιέννη, σύμφωνα με τις ανάγκες που κατά καιρούς θα είχε. Έναν χρόνο αργότερα, το 1968, η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας αποφάσιζε να μετριάσει τη χρηματοδότησή του, η οποία θα ανερχόταν σε 2.000-3.000 δολάρια, αλλά το κύριο μέλημα ήταν η αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων διάχυσης του αλβανικού προπαγανδιστικού υλικού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Χρηματοδοτήσεις της ομάδας του Γιώργου Βοντίτσιου-Γούσια
Ο άνθρωπος που, επίσης, επωφελήθηκε από απόρρητες δαπάνες του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας ήταν ο Γιώργος Βοντίτσιος-Γούσιας. Το ενδιαφέρον των Αλβανών για τον Γούσια εξηγείται από την πολυετή παράνομη παραμονή του στην Ελλάδα (1952-1956), γεγονός που μπορούσε να εξασφαλίσει στους Αλβανούς πληροφορίες για τις ανάγκες του κόμματος.
Τον Αύγουστο του 1966, ο Γούσιας, υπό την ιδιότητα του αντιστράτηγου του ΔΣΕ, του μέλους του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ (μέχρι το 1956), έστειλε επιστολή στον Ενβέρ Χότζα και στον Μεχμέτ Σέχου και, στη συνέχεια, το χειρόγραφο βιβλίο του με τίτλο: Να εκριζωθεί από το αριστερό κίνημα της Ελλάδας το καρκίνωμα του σύγχρονου ρεβιζιονισμού: Ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις των ελλήνων μαρξιστών-λενινιστών, το οποίο ανερχόταν σε 342 σελίδες και ζητούσε τη χρηματοδότηση της έκδοσης και τη διάθεσή του από το αλβανικό κράτος στην Αλβανία, στην Ελλάδα και σε όλες τις ανατολικές χώρες, την εκφώνησή του, μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού Τιράνων, και τη διαφήμιση στην Ελλάδα, με όποια μέσα διέθετε το αλβανικό κόμμα, ενώ με τη βοήθεια των βέλγων κομμουνιστών, το βιβλίο να εκδοθεί και στην Ελλάδα.
Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας έκρινε το βιβλίο του Γούσια σοβαρό: υπεραμυνόταν του αγώνα και της προσωπικότητας του Ζαχαριάδη και εμφανιζόταν ως πολέμιος της ρεβιζιονιστικής κλίκας των Κολιγιάννη-Παρτσαλίδη, η οποία είχε αναδειχθεί πραξικοπηματικά. Αλλά η αλβανική ηγεσία ήταν διατακτική για να πάρει την τελική απόφαση για τη χρηματοδότηση του βιβλίου του. Αρκέστηκαν τελικά στη χορήγηση μικρής χρηματικής παροχής, επισημαίνοντάς του τις επιφυλάξεις για το περιεχόμενο του βιβλίου και, κυρίως, για την υμνωδία και τα εγκώμια προς τον Ζαχαριάδη. Ο Γούσιας υποσχέθηκε ότι θα ανασκεύαζε το περιεχόμενο του βιβλίου και θα προέβαινε στις απαραίτητες διορθώσεις, αλλά δήλωσε ότι τα χρήματα είναι πολύ λίγα.
Τελικά, η πρωταρχική σκέψη της επίσημης αναγνώρισης με έναν εύσχημο τρόπο του ΚΚΕ (μ-λ) –κάτι που ζητούσε επίμονα η ηγεσία του–, με σκοπό τον διεμβολισμό του ΚΚΕ, δεν προκρίθηκε, από τους αλβανούς αξιωματούχους, αλλά ούτε η άμεση έκδοση του βιβλίου του, καθώς μία τέτοια ενέργεια θα έβλαπτε τους υπόλοιπους. Μάλιστα κρίθηκε ορθό να ανακληθεί και η χρηματοδότησή του.
Η βοήθεια προς τον Γούσια συνέχισε και με άλλες μορφές: παροχή χαρτιού, μιμογράφων και μικρού αριθμού του βιβλίου του (περίπου 500) για εσωτερική χρήση, τη διάθεσή του οποίου θα αναλάμβανε ο ίδιος.
Με σκοπό να γεφυρώσουν τις διαφορές τους όλα τα ρεύματα που είχαν προκύψει από τη διάσπαση του ΚΚΕ (1968), η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας σχεδίαζε να χορηγεί, εναλλακτικά, ελεγχόμενη οικονομική βοήθεια του ποσού των 1.000 δολαρίων και 30.000 λέκ, όταν πειθόταν απόλυτα για την αξιοπιστία τους.
Χρηματοδοτήσεις προς άλλες ομάδες του ΚΚΕ
Την ίδια περίοδο, ο συνταγματάρχης Γεράσιμος Μαλτέζος, που ζούσε στη Βουλγαρία και εμφανιζόταν φανατικός οπαδός του Ζαχαριάδη και πιστός φίλος του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας έστειλε στην Κεντρική Επιτροπή στα Τίρανα, μέσω της αλβανικής Πρεσβείας στη Σόφια, ένα εγχειρίδιο 30 σελίδων και ζητούσε την εκτύπωσή του σε 30.000 αντίτυπα και τη διανομή του.
Βοήθεια και οικονομική ενίσχυση ζητούσε και η ομάδα του περιοδικού Αναγέννηση, το οποίο δημοσίευε κατά κύριο λόγο αλβανικά και κινεζικά προπαγανδιστικά υλικά, ενώ από το 1967 εξέδιδε τον Λαϊκό Δρόμο. Η ομάδα αυτή ζήτησε την αποκατάσταση των επαφών με το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, μέσω της αλβανικής Πρεσβείας των Παρισίων.
Τον Ιανουάριο του 1966, επισκέφθηκε την αλβανική διπλωματική υπηρεσία στο Κάιρο ο Νικόλας Ψυρούκης, ως εκπρόσωπος της ομάδας Φίλοι Νέων Χωρών και ζήτησε και αυτός οικονομική βοήθεια, με σκοπό να καταπολεμήσει την Αναγέννηση, αλλά οι Αλβανοί τον θεώρησαν καιροσκόπο και αρνήθηκαν κάθε επικοινωνία μαζί του.
Τον Ιούνιο του 1969, η Κεντρική Επιτροπή αποφάσισε τη χορήγηση πολυγράφου και γραφομηχανής με ελληνικούς χαρακτήρες και στη μαρξιστική-λενινιστική ομάδα των Ελλήνων της Πολωνίας.
Υποτροφίες ελλήνων προσφύγων για φοίτηση στην Αλβανία
Μία άλλη μορφή χρηματοδότησης ελλήνων κομμουνιστών ήταν η χορήγηση υποτροφιών για φοίτηση σε αλβανικά ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή και σε τεχνικές σχολές, όπως του Ιωάννη Φωτάκη από την Άρτα, ο οποίος σπούδασε αλβανική φιλολογία στα Τίρανα. Όταν, όμως, οι σχέσεις των δύο κομμάτων εκτραχύνθηκαν, οι αλβανικές αρχές απέρριψαν αιτήματα Ελλήνων που βρίσκονταν στην Αλβανία να τους χορηγήσουν υποτροφίες για σπουδές σε τεχνικές σχολές. Κάποιοι από τους υπότροφους φυλακίσθηκαν όπως ο Ευστάθιος Κεχάεφ (σπούδασε ρωσική φιλολογία στα Τίρανα φυλακίσθηκε και πέθανε στη φυλακή το 1978.
Σχετικά Θέματα